Перевод: со всех языков на русский

с русского на все языки

ἑπτάκλινον

См. также в других словарях:

  • ἑπτάκλινον — ἑπτάκλῑνον , ἑπτάκλινος with seven couches masc/fem acc sg ἑπτάκλῑνον , ἑπτάκλινος with seven couches neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • επτάκλινος — ἑπτάκλινος, ον (Α) [κλίνη] αυτός που έχει επτά κλίνες ή ανάκλιντρα (α. «οἶκος ἑπτάκλινος», Ξεν. β. «κοιτών ἑπτάκλινος», Καλλίξ.) 2. φρ. «θές ἑπτάκλινον» τοποθέτησε καθίσματα για εφτά 3. μέτρο εμβαδού …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»