-
1 ελεπόλεως
-
2 ἑλεπόλεως
См. также в других словарях:
ἑλεπόλεως — ἑλεπόλεω̆ς , ἑλέπολις city destroying fem gen sg (attic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ελέπολις — Πολιορκητική μηχανή που επινόησε πρώτος ο Δημήτριος ο Πολιορκητής (τέλη 4ου αι. π.Χ.) και χρησιμοποιήθηκε αργότερα από τους Ρωμαίους, τους Βυζαντινούς, τους Άραβες κ.ά. Απαρτιζόταν από έναν πολυώροφο ξύλινο πύργο τετραγωνικής κάτοψης, με ύψος… … Dictionary of Greek
προπυλίς — ίδος, ἡ, Α θολωτή θυρίδα τής ελεπόλεως, δηλ. τής μεγάλης πολιορκητικής μηχανής την οποία επινόησαν οι Έλληνες και, ειδικότερα, ο Δημήτριος ο Πολιορκητής το 306 π. Χ., με μορφή ξύλινου πύργου που προχωρούσε πάνω σε τροχούς και τον χρησιμοποιούσαν… … Dictionary of Greek