-
1 εκάστα
ἑκάστᾱ, ἕκαστοςeach: fem nom /voc /acc dualἑκάστᾱ, ἕκαστοςeach: fem nom /voc sg (doric aeolic)——————ἑκάστᾱͅ, ἕκαστοςeach: fem dat sg (doric aeolic) -
2 έκαστα
-
3 ἕκαστα
-
4 ἑκάστα
Βλ. λ. εκάστα -
5 ἑκάστᾳ
Βλ. λ. εκάστα -
6 ἕκαστος
A each, opp. the whole body, Il.2.805, etc.: sg. with pl. Verb, ἔβαν οἶκόνδε ἕκαστος they went home each to his own house, 1.606 ;δεδμήμεσθα ἕκαστος 5.878
, cf. Hdt.3.158 ; so in [dialect] Att., Ar.Pl. 785, Pl.Prt. 327e, etc. ;ὅτι ἕκαστος ἐπίστασθε ἀγαθόν X.Smp.3.3
: sg. in apposition with pl. Noun or Pron., which expresses the whole, ;ὔμμι..ἑκάστῳ 15.109
;αἱ δὲ γυναῖκες..θαύμαζον..ἑκάστη 18.496
, etc. ;Περσίδες δ'.. ἑκάστα..λείπεται A.Pers. 135
(lyr.) ; αἱ ἄλλαι πᾶσαι [ τέχναι] , cf. Grg. 503e ; ὅστις ἕκαστος every one which.. (nisi leg. ὥς τις), Hes.Th. 459.2 the Art. is sts. added to the Subst. (so regularly in earlier [dialect] Att. Inscrr., IG12.22.14, al., exc. ἑκάστου μηνός ib.6.125) with which ἕκαστος agrees, in which case ἕκαστος is commonly put first, καθ' ἑ. τὴν ἡμέραν every single day, Isoc.12.211, etc. ;περὶ ἑ. τῆς τέχνης Pl.Phdr. 274e
: also following the Subst.,κατὰ τὸν οξπλίτην ἕκαστον Th.5.49
;κατὰ τὴν ἡμέραν ἑκάστην Id.6.63
, al.II in pl., all and each severally, Il.1.550, al., A. Supp. 932, etc. ; οἷστισιν ἑκάστοις to whichsoever severally, Pl.Lg. 799a.III strengthd. by the addition of other Prons., εἷς ἕ. (v. εἷς) ;εἷς τις ἕ. S.Ant. 262
; ἕκαστός τις each one, Pi.N.4.92, Th.3.45, etc. ;ταῦτα ἕκαστα Hdt.5.13
, etc. ; all in exact detail,A.
Pr. 950.2 with Preps., esp.κατά, καθ' ἕκαστον
singly, by itself,Pl.
Tht. 188a, al. ;καθ' ἕ. καὶ σύμπαντα Id.Sph. 259b
; τὸ καθ' ἕ., τὰ καθ' ἕκαστα, particulars, Arist.Ph. 189a6, EN 1143b4, al. ; παρ' ἕκαστον, παρ' ἕκαστα, in every case, Plb.4.82.5,3.57.4, etc. ; ; παρ' ἕκαστον λέγων constantly interjecting, Men.Epit.48.3 each by himself,Hdt.
6.79, Th.1.15, etc.: in sg.,τῶν δὲ ὡς ἑκάστῳ θύειν θέλει Hdt.1.132
, cf. Pi.P.9.98 ;οὐχ ὡς ἕ. ἀλλὰπάντες Arist.Pol. 1292a12
, cf. 1283b34.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἕκαστος
-
7 ἕκαστος
ἕκαστος (-ος; -αι; -ον, -ῳ, -ον.)1 each, every1 adj.aτεκμαίρει χρῆμ' ἕκαστον O. 6.74
ἄνευ δὲ θεοῦ, σεσιγαμένον οὐ σκαιότερον χρῆμ' ἕκαστον O. 9.104
ἐν παισὶ νέοισι παῖς, ἐν ἀνδράσιν ἀνήρ, τρίτον ἐν παλαιτέροισι, μέρος ἕκαστον οἶον ἔχομεν βρότεον ἔθνος N. 3.73
ἀγαπατὰ δὲ καιροῦ μὴ πλαναθέντα πρὸς ἔργον ἕκαστον τῶν ἀρειόνων ἐρώτων ἐπικρατεῖν δύνασθαι N. 8.4
ἐφ' ἑκάστῳ ἔργματι κεῖτο τέλος I. 1.26
θεοῦ δὲ δείξαντος ἀρχὰν ἕκαστον ἐν πρᾶγος fr. 108a. 2.bἕκαστος τις. τὰ δαὐτὸς ἀντιτύχῃ, ἔλπεταί τις ἕκαστος ἐξοχώτατα φάσθαι N. 4.92
c ὡς ἕκαστος each respectively σε εἶδον, ἄφωνοι θὡς ἕκασται φίλτατον παρθενικαὶ πόσιν ἢ υἱὸν εὔχοντ, ὦ Τελεσίκρατες, ἔμμεν (others understand ὡς = ὅτι: v. l. ἕκαστα, ἑκάστᾳ, ἑκάστα) P. 9.982 subs. everyone, everythingἕπεται δἐν ἑκάστῳ μέτρον O. 13.47
ὦναξ, ἑκόντι δ' εὔχομαι νόῳ κατά τιν ἁρμονίαν βλέπειν ἀμφ' ἕκαστον ὅσα νέομαι in each step of my path Burton. P. 8.69τῶν δ' ἕκαστος ὀρούει, τυχών κεν ἁρπαλέαν σχέθοι φροντίδα τὰν πὰρ ποδός P. 10.61
σφετέραν δαἰνεῖ δίκαν ἀνδρῶν ἕκαστος fr. 215. 1. in irregular apposition,φυᾷ δ' ἕκαστος διαφέρομεν N. 7.54
-
8 εκάστας
-
9 ἑκάστας
-
10 εἰδοποιέω
A endue with form,εἰ. ἕκαστα καὶ σχηματίζειν Chrysipp.Stoic.2.148
;τὸν βίον Plu.Alex.1
; αὑτοὺς εἰς ἀνθρώπους, of the gods, Hld.3.13;ἰδέαι εἰ. ἕκαστα τῶν ὄντων Ph.2.219
; characterize,αἵρεσιν Gal.1.161
:—[voice] Pass., Ph.2.261, Corn.ND6, Plot.1.8.5, al., Syrian. in Metaph.8.13, etc.: c. acc., ἀριθμὸς τὴν ἐπ' ἄπειρον προχώρησιν -ούμενος fashioned into the pattern of an infinite progression, Theol.Ar.34: c. dat., to be characterized by, Asp. in EN87.5.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > εἰδοποιέω
-
11 μεταλλάω
A search carefully, inquire diligently, ;οὐκέτι μέμνηται.., οὐδὲ μεταλλᾷ 15.23
.2 c. acc. pers., inquire of, question,σε.. οὔτ' εἴρομαι οὔτε μεταλλῶ Il.1.553
, cf. Od.3.69, 16.287; but ἀντεφθέγξατο.. μετάλλασέν τέ νιν the voice sought him out, Pi.O.6.62.3 c. acc. objecti, inquire about, ask after,μή τι σὺ ταῦτα διείρεο μηδὲ μετάλλα Il.1.550
, cf. 5.516;ἕταροι δὲ κατέκταθεν, οὓς σὺ μεταλλᾷς 13.780
, cf. 10.125, Od.19.190;ἕκαστα μ. 14.128
, cf. 16.465: also with Preps.,μεταλλῆσαι.. ἀμφὶ πόσει 17.554
;ἀμφ' ἑτάροιο μ. τὰ ἕκαστα A.R.4.1471
;θεῶν πέρι τοῖα μ. APl.4.183
.4 c. dupl. acc., ask one about a thing, ask him a question,τοῦτο δέ τοι ἐρέω, ὅ μ' ἀνείρεαι ἠδὲ μεταλλᾷς Il.3.177
;ἔπος ἄλλο μ. καὶ ἐρέσθαι Νέστορα Od.3.243
. (Poet. word, also in late Prose, POxy. 237 vii 40 (ii A.D.), Them.Or.22.266c: expld. by Gramm. as search after other things ([etym.] μετὰ ἄλλα), Eust.148.10, etc., but this is very dub.)Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > μεταλλάω
-
12 έκασθ'
ἕκαστα, ἕκαστοςeach: neut nom /voc /acc plἕκαστε, ἕκαστοςeach: masc voc sgἕκασται, ἕκαστοςeach: fem nom /voc pl -
13 ἕκασθ'
ἕκαστα, ἕκαστοςeach: neut nom /voc /acc plἕκαστε, ἕκαστοςeach: masc voc sgἕκασται, ἕκαστοςeach: fem nom /voc pl -
14 έκαστ'
ἕκαστα, ἕκαστοςeach: neut nom /voc /acc plἕκαστε, ἕκαστοςeach: masc voc sgἕκασται, ἕκαστοςeach: fem nom /voc pl -
15 ἕκαστ'
ἕκαστα, ἕκαστοςeach: neut nom /voc /acc plἕκαστε, ἕκαστοςeach: masc voc sgἕκασται, ἕκαστοςeach: fem nom /voc pl -
16 εκάστ'
-
17 ἑκάστ'
-
18 εκάσταν
-
19 ἑκάσταν
-
20 ὡς
ὡςa in comparisons,I =ὥσπερ Ἴλᾳ φερέτω χάριν Ἁγησίδαμος, ὡς Ἀχιλεῖ Πάτροκλος O. 10.18
Σίσυφον μὲν πυκνότατον παλάμαις ὡς θεόν O. 13.52
μάντις ὡς τελέσσω ἱεραπόλος Παρθ. 1.. προβάτων ἐκ πάντων κελάρυξεν, ὡς ἀπὸ κρανᾶν φέρτατον ὕδωρ, θηλᾶν γάλα *fr. 104b. 2.* cf. ὥς b.II ὡς εἰ, c. ind.φιάλαν ὡς εἴ τις δωρήσεται νεανίᾳ γαμβρῷ, καὶ ἐγὼ νέκταρ χυτόν πέμπων ἱλάσκομαι O. 7.1
, v. ὥσει.d ἢ ὡς (= ἢ ὤστε) εὑρήσεις ἐρευνῶν μᾶσσον ἢ ὡς ἰδέμεν (“als du blicken kannst,” Dornseiff) O. 13.113 οὐκ ἄναλκις ὡς τόσον ἀγῶνα δῦναι (at potius ad O. 1.81 referendum, nott. Snell) ?fr. 342.b epexeg.I c. ind., how δεῖξέν τε Κοιρανίδᾳ πᾶσαν τελευτὰν πράγματος, ὤς τ' κοιτάξατο ὥς τέ οἱ παῖς ἔπορεν δαμασίφρονα χρυσόν (bis) O. 13.75—6. ἀρχαῖον ὀτρύνων λόγον, ὡς, ἐπεὶ μόλεν, ὡς (Hermann: ὥς τ codd.) οὐ λαθὼν χρυσόθρονον Ἥραν κροκωτὸν σπάργανον ἐγκατέβα (anacoluthon!) N. 1.35—7.αἱ δὲ πρώτιστον μὲν ὕμνησαν Διὸς ἀρχόμεναι σεμνὰν Θέτιν Πηλέα θ, ὥς τέ νιν ἁβρὰ Κρηθεὶς Ἱππολύτα δόλῳ πεδᾶσαι ἤθελε N. 5.26
συνέπαξε λόγον, ὡς ἦρα νυμφείας ἐπείρα κεῖνος ἐν λέκτροις Ἀκάστου εὐνᾶς N. 5.30
cf. P. 9.98II c. ἄν + opt. (v. Goodwin, M & T, 329̆{2}) μέλλον ἔντειλεν φυλάξασθαι χρέος παισὶνφίλοις, ὡς ἂν θεᾷ πρῶτοι κτίσαιεν βωμὸν O. 7.42
c final,I c. subj.ἀλλὰ κελεύθοις ἁπλόαις ζωᾶς ἐφαπτοίμαν, θανὼν ὡς παισὶ κλέος μὴ τὸ δύσφαμον προσάψω N. 8.36
II c. opt.πέφνε δ' Εὔρυτον, ὡς Αὐγέαν λάτριον ἀέκονθ ἑκὼν μισθὸν ὑπέρβιον πράσσοιτο O. 10.28
χρῆσεν οἰκιστῆρα Βάττον ἱερὰν νᾶσον ὡς ἤδη λιπὼν κτίσσειεν εὐάρματον πόλιν P. 4.7
d causal, = ἐπεί c. ind.δηρίομαι πολέσιν περὶ πλήθει καλῶν, ὡς μὰν σαφὲς οὐκ ἂν εἰδείην λέγειν ποντιᾶν ψάφων ἀριθμόν O. 13.45
διείργει δὲ πᾶσα κεκριμένα δύναμις, ὡς τὸ μὲν οὐδέν, ὁ δὲ χάλκεος ἀσφαλὲς αἰὲν ἕδος μένει οὐρανός N. 6.3
e temporal, after c. ind.ὡς δ' ἄφαντος ἔπελες οὐδὲ φῶτες ἄγαγον, ἔννεπε κρυφᾷ τις O. 1.46
f in phrases,I ὡς τάχος, with all speed “ καὶ ὡς τάχος ὀτρύνει με τεύχειν” P. 4.164II c. superl. adv. πεῖραν μὲν ἀγάνορα ἀναβάλλομαι ὡς πόρσιστα as far as possible N. 9.29III c. adj., restrictive ἄφωνοί θ' ὡς ἕκασται φίλτατον παρθενικαὶ πόσιν ἢ υἱὸν εὔχοντ, ὦ Τελεσίκρατες, ἔμμεν ( ἕκαστα v. l.: according to their individual wishes, Burton) P. 9.98
См. также в других словарях:
ἑκάστα — ἑκάστᾱ , ἕκαστος each fem nom/voc/acc dual ἑκάστᾱ , ἕκαστος each fem nom/voc sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἑκάστᾳ — ἑκάστᾱͅ , ἕκαστος each fem dat sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἕκαστα — ἕκαστος each neut nom/voc/acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἑκάστας — ἑκάστᾱς , ἕκαστος each fem acc pl ἑκάστᾱς , ἕκαστος each fem gen sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἑκάστ' — ἑκάστᾱͅ , ἕκαστος each fem dat sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἑκάσταν — ἑκάστᾱν , ἕκαστος each fem acc sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἕκασθ' — ἕκαστα , ἕκαστος each neut nom/voc/acc pl ἕκαστε , ἕκαστος each masc voc sg ἕκασται , ἕκαστος each fem nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἕκαστ' — ἕκαστα , ἕκαστος each neut nom/voc/acc pl ἕκαστε , ἕκαστος each masc voc sg ἕκασται , ἕκαστος each fem nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Nature (philosophy) — Nature is a concept with two major sets of inter related meanings, referring on the one hand to the things which are natural, or subject to the normal working of laws of nature , or on the other hand to the essential properties and causes of… … Wikipedia
Lelantinischer Krieg — Darstellung zweier archaischer Reiter auf einer Vase des 6. Jahrhunderts v. Chr. Als Lelantischer Krieg wird ein Konflikt zwischen den griechischen Stadtstaaten Chalkis und Eretria bezeichnet, der sich in frühgriechischer Zeit – etwa 710 bis 650… … Deutsch Wikipedia
Lelantischer Krieg — Datum ca.710–650 v. Chr. Ort Euböa Ausgang umstritten … Deutsch Wikipedia