-
1 εχρησμοδοτήθη
-
2 ἐχρησμοδοτήθη
См. также в других словарях:
ἐχρησμοδοτήθη — χρησμοδοτέω give oracles aor ind pass 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
1 εχρησμοδοτήθη
2 ἐχρησμοδοτήθη
ἐχρησμοδοτήθη — χρησμοδοτέω give oracles aor ind pass 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)