-
1 εχθροξένους
-
2 ἐχθροξένους
См. также в других словарях:
ἐχθροξένους — ἐχθρόξενος hostile to strangers masc/fem acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
1 εχθροξένους
2 ἐχθροξένους
ἐχθροξένους — ἐχθρόξενος hostile to strangers masc/fem acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)