Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

ἐφῖείς

См. также в других словарях:

  • ἐφιεῖς — ἐφῑεῖς , ἐφίημι send to pres ind act 2nd sg ἐφίζω set upon fut ind act 2nd sg (attic epic doric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐφιείς — ἐφίημι send to pres part act masc nom/voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • εχεπευκής — ἐχεπευκής, ές (Α) 1. οξύς, διαπεραστικός, αιχμηρός («αὐτοῑσι βέλος ἐχεπευκὲς ἐφιείς βάλλ » έριχνε εναντίον τους αιχμηρά βέλη, Ομ. Ιλ.) 2. πικρός («σικύοιο ἐχεπευκέαν ῥίζαν», Νίκ.). [ΕΤΥΜΟΛ. Πρόκειται για σύνθετο με α σύνθ. εχε * (< έχω I) και… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»