-
1 εφίστημ'
ἐφίστημι, ἐφίστημιset: pres ind act 1st sgἐφίστημαι, ἐφίστημιset: pres ind mp 1st sgἐφίστημι, ἐφιστάωpres ind act 1st sgἐφίστημαι, ἐφιστάωpres ind mp 1st sg -
2 ἐφίστημ'
ἐφίστημι, ἐφίστημιset: pres ind act 1st sgἐφίστημαι, ἐφίστημιset: pres ind mp 1st sgἐφίστημι, ἐφιστάωpres ind act 1st sgἐφίστημαι, ἐφιστάωpres ind mp 1st sg
См. также в других словарях:
ἐφίστημ' — ἐφίστημι , ἐφίστημι set pres ind act 1st sg ἐφίστημαι , ἐφίστημι set pres ind mp 1st sg ἐφίστημι , ἐφιστάω pres ind act 1st sg ἐφίστημαι , ἐφιστάω pres ind mp 1st sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)