-
1 ετερατολόγησαν
-
2 ἐτερατολόγησαν
См. также в других словарях:
ἐτερατολόγησαν — τερατολογέω tell of marvels aor ind act 3rd pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
1 ετερατολόγησαν
2 ἐτερατολόγησαν
ἐτερατολόγησαν — τερατολογέω tell of marvels aor ind act 3rd pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)