-
1 εσπάνισται
-
2 ἐσπάνισται
См. также в других словарях:
ἐσπάνισται — σπανίζω to be rare perf ind mp 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
1 εσπάνισται
2 ἐσπάνισται
ἐσπάνισται — σπανίζω to be rare perf ind mp 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)