-
1 ἐρωτίδια
A festival of Eros at Thespiae, Ath.13.561e, Sch.Pi.O.7.154 : also [suff] ἐρωτ-ίδαια IG5(1).656, [suff] ἐρωτ-ίδεια ib.659,7.48, etc.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἐρωτίδια
См. также в других словарях:
αν — (I) ἄν (Α) (επ. αιολ. και θεσσ. κε(ν), δωρ. και βοιωτ. κα) δυνητ. μόριο που χρησιμοποιείται με ρήματα, για να δηλώσει ότι κάτι υπάρχει ή συμβαίνει υπό ορισμένες περιστάσεις ή προϋποθέσεις παρουσιάζει ποικίλη χρήση και γι αυτό δεν είναι δυνατόν να … Dictionary of Greek