Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

ἐρισφάραγος

  • 1 ερισφάραγος

    ἐρισφάραγος
    loud-roaring: masc /fem nom sg

    Morphologia Graeca > ερισφάραγος

  • 2 ἐρισφάραγος

    ἐρισφάραγος
    loud-roaring: masc /fem nom sg

    Morphologia Graeca > ἐρισφάραγος

  • 3 ἐρισφάραγος

    1 loud thundering ἐρισφα ράγ[ου] πατ[ρός (i. e. Zeus: supp. Lobel) fr. 6a. d, = fr. 15 Schr.

    Lexicon to Pindar > ἐρισφάραγος

  • 4 ἐρισφάραγος

    ἐρι-σφάρᾰγος [pron. full] [φᾰ], ον,
    A loud-roaring, of Poseidon, h.Merc. 187 ; of Zeus, Pi.Fr.15, B.5.20 ; loud-voiced, of men, Plu.2.698e.

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἐρισφάραγος

  • 5 ερισφάραγον

    ἐρισφάραγος
    loud-roaring: masc /fem acc sg
    ἐρισφάραγος
    loud-roaring: neut nom /voc /acc sg

    Morphologia Graeca > ερισφάραγον

  • 6 ἐρισφάραγον

    ἐρισφάραγος
    loud-roaring: masc /fem acc sg
    ἐρισφάραγος
    loud-roaring: neut nom /voc /acc sg

    Morphologia Graeca > ἐρισφάραγον

  • 7 ερισφαράγου

    ἐρισφάραγος
    loud-roaring: masc /fem /neut gen sg

    Morphologia Graeca > ερισφαράγου

  • 8 ἐρισφαράγου

    ἐρισφάραγος
    loud-roaring: masc /fem /neut gen sg

    Morphologia Graeca > ἐρισφαράγου

  • 9 ερισφαράγους

    ἐρισφάραγος
    loud-roaring: masc /fem acc pl

    Morphologia Graeca > ερισφαράγους

  • 10 ἐρισφαράγους

    ἐρισφάραγος
    loud-roaring: masc /fem acc pl

    Morphologia Graeca > ἐρισφαράγους

  • 11 Ζεύς

    Ζεύς (Ζεύς, Δᾰός, Δ, [Διί codd.], Δία, Ζεῦ; Ζηνός, Ζηνί, Ζῆνα.)
    1 genealogical relationships. son of Kronos,

    Κρονίδα βαρυγδούπου Διός O. 8.44

    Κρονίων Ζεὺς πατὴρP. 4.23

    Κρονίδαο Ζηνὸς υἱοί P. 4.171

    πὰρ Δὶ Κρονίδᾳ N. 1.72

    Κρονίδᾳ τε Δὶ N. 4.9

    σπονδοφόροι Κρονίδα Ζηνὸς Ἀλεῖοι I. 2.24

    ] Κρονίων Ζεὺς ?fr. 334a. 10, cf. O. 2.12 husband of Hera,

    Ἥρας τὰν Διὸς εὐναὶ λάχον P. 2.27

    Διὸς ἄκοιτιν P. 2.34

    cf. N. 7.95 husband of Thetis, Θέμιν ἄλοχον Διὸς fr. 30. 5. cf. fr. 31. son of Rhea v. O. 2.12 brother of Hestia and Hera,

    Ἑστία, Ζηνὸς ὑψίστου κασιγνήτα καὶ ὁμοθρόνου Ἥρας N. 11.2

    lover of Aigina,

    Αἴγινα, τεῶν Διός τ' ἐκγόνων N. 7.50

    Διὸς Αἰγίνας τε λέκτρον N. 8.6

    Ζηνί τε ἅδον βασιλέι (sc. Αἴγινα καὶ Θήβα) I. 8.18 lover of Alkmene, P. 4.171

    τέκε οἱ καὶ Ζηνὶ μιγεῖσα Ἀλκμήνα P. 9.84

    Ζεὺς ἐπ' Ἀλκμήναν Δανάαν τε μολὼν N. 10.11

    lover of Danae, N. 10.11 lover of Leda, P. 4.171 lover of Semele O. 2.27, and of Thyone,

    ἀτὰρ λευκωλένῳ γε Ζεὺς πατὴρ ἤλυθεν ἐς λέχος ἱμερτὸν Θυώνᾳ P. 3.98

    lover of Thebe, I. 8.18, cf. test., fr. 290. lover of Ganymede,

    ἦλθε καὶ Γανυμήδης Ζηνὶ O. 1.45

    prospective lover of Thetis, ( Θέτιν) Ζηνὶ μισγομέναν ἢ Διὸς πὰρ ἀδελφεοῖσιν (Tric.: Διὶ codd.: Δί τε Hermann) I. 8.35 cf. I. 8.27 father of Apollo & Artemis,

    παίδων Διός P. 3.12

    father of Athena,

    αὐτὰ Ζηνὸς ἐγχεικεραύνου παῖς O. 13.77

    ( Ζεὺς) ὃς καὶ τυπεὶς ἁγνῷ πελέκει τέκετο ξανθὰν Ἀθάναν fr. 34, cf. O. 7.36 father of Herakles,

    Διὸς ἄλκιμος υἱὸς O. 10.44

    παῖς Διὸς N. 1.35

    , cf. P. 9.84, I. 6.42 ]ἐπὶ βρέφος οὐρανίου Διός[ Πα. 2. ]Διὸς υἱόν P. Oxy. 2622. fr. 1. 15. father of Polydeukes,

    Ζεὺς δ' ἀντίος ἤλυθέ οἱ N. 10.79

    father of Aiakos, N. 7.84, I. 8.18, cf. Pae. 15.5 father of Korinthos,

    ταὐτὰ δὲ τρὶς τετράκι τ' ἀμπολεῖν ἀπορία τελέθει, τέκνοισιν ἅτε μαψυλάκας, Διὸς Κόρινθος N. 7.105

    father of Muses,

    κόραι Πιερίδες Διός O. 10.96

    father of Graces O. 14.14 father of Fortune,

    παῖ Ζηνὸς ἐλευθερίου σώτειρα Τύχα O. 12.1

    father of Truth,

    θυγάτηρ Ἀλάθεια Διός O. 10.4

    father of Peirithoos, φὰν δ' ἔμμεναι Ζηνὸς υἱοὶ καὶ κλυτοπώλου Ποσειδάωνος sc. Peirithoos and Theseus fr. 243.
    2 king and all powerful father of gods and men.

    πατέρ' Οὐρανιδᾶν ἐγχεικέραυνον Ζῆνα P. 4.194

    Ζεὺς πατήρ O. 2.27

    ὦ Ζεῦ πάτερ O. 7.87

    ὕπατ' εὐρὺ ἀνάσσων Ὀλυμπίας, Ζεῦ πάτερ O. 13.26

    Ζεὺς πατὴρ P. 3.98

    Κρονίων Ζεὺς πατὴρP. 4.23

    Ζεῦ πάτερ N. 8.35

    , N. 9.31, N. 9.53, N. 10.29

    παρὰ πατρὶ φίλῳ Δὶ N. 10.55

    ὦ Ζεῦ πάτερ” (Herakles speaks) I. 6.42 Ζεὺς πατήρ fr. 93. v.

    πατήρ. Ζεὺς ἀθανάτων βασιλεύς N. 5.35

    Ζηνὶ βασιλέι I. 8.18

    , cf. O. 7.34, N. 7.82, N. 10.16

    ὑπέρτατε Ζεῦ O. 4.1

    εὐρυτίμου Διός O. 1.42

    Ὀλύμπου δεσπότας Ζεὺς N. 1.14

    πρὸς Ὀλυμπίου Διός Πα. 6. 1, cf. O. 2.12, O. 14.12

    Διὸς ὑψίστου N. 1.60

    Ζηνὸς ὑψίστου N. 11.2

    Ζεὺς τά τε καὶ τὰ νέμει, Ζεύς ὁ πάντων κύριος I. 5.53

    , cf. P. 5.122

    Ζεὺς ὁ θεῶν σκοπὸς Pae. 6.94

    οὐρανίου Διός Pae. 20.9

    v. also,

    μεγασθενής, ἀριστοτέχνας, κράτιστος, εὐρύζυγος. Ζεὺς ἄφθιτος P. 4.291

    ἐν τᾷδε Διὸς ἀρχᾷ i. e. on earth O. 2.58 παρὰ σκᾶ[πτ]ον Διὸς Οὐρανίδαι ἐν μεγάροις ἵσταντι Δ. 2. 7.
    3 as patron and cult god. of the Aiakidai;

    Αἴγινα φίλα μᾶτερ, ἐλευθέρῳ στόλῳ πόλιν τάνδε κόμιζε Δὶ καὶ κρέοντι σὺν Αἰακῷ P. 8.99

    Ζεῦ, τεὸν γὰρ αἶμα N. 3.65

    ἐκ δὲ Κρόνου καὶ Ζηνὸς ἥρωας αἰχματὰς φυτευθέντας Αἰακίδας N. 5.7

    of the Eratidai;

    τὸ μὲν γὰρ πατρόθεν ἐκ Διὸς εὔχονται O. 7.23

    of the Blepsiadai;

    Τιμόσθενες, ὔμμε δ' ἐκλάρωσεν πότμος Ζηνὶ γενεθλίῳ O. 8.16

    of the Aiolidai; “ μάρτυς ἔστω Ζεὺς ὁ γενέθλιος ἀμφοτέροιςP. 4.167, cf. P. 4.107 as Ζεὺς γενέθλιος, v. O. 8.16, P. 4.167 as

    Ζεὺς σωτήρ; σωτὴρ ὑψινεφὲς Ζεῦ, Κρόνιόν τε ναίων λόφον O. 5.17

    σωτῆρος Διὸς fr. 30. 5, cf. I. 6.8 as

    Ζεὺς Αἰτναῖος; Ζηνὸς Αἰτναίου κράτος O. 6.96

    Ζηνὸς Αἰτναίου χάριν N. 1.6

    , cf.

    Ζεῦ, ὃς τοῦτ' ἐφέπεις ὄρος P. 1.29

    as

    Ζεὺς λτ;γτ;ένιος; σώτειρα Διὸς ξενίου πάρεδρος Θέμις O. 8.21

    καὶ ξενίου Διὸς ἀσκεῖται θέμις N. 11.8

    cf. N. 5.33 as

    Ζεὺς Λυκαῖος; Ζηνὸς ἀμφὶ πανάγυριν Λυκαίου O. 9.96

    cf. O. 13.108, N. 10.48 as Zeus-Aristaios; “θήσονταί τέ νιν ἀθάνατον, Ζῆνα καὶ ἁγνὸν Ἀπόλλων' τοῖς δ Ἀρισταῖον καλεῖν” in Cyrene P. 9.64 as

    Ζεὺς ἐλευθέριος; παῖ Ζηνὸς ἐλευθερίου Τύχα O. 12.1

    as

    Ζεῦς τέλειος; Ζεῦ τέλεἰ, αἰδῶ δίδοι O. 13.115

    Ζεῦ τέλεἰ P. 1.67

    , cf. N. 10.29 as Ζεὺς Ἄμμων; Διὸς ἐν Ἄμμωνος θεμέθλοιςP. 4.16 Διὸς ἔξοχον ποτὶ κᾶπον ἐνεῖκαι” i. e. to Libya P. 9.53, cf. fr. 36. as Ζεὺς Δωδωναῖος; v. fr. 57. as Ζεὺς Ἑλλάνιος, in Aigina.

    πὰρ βωμὸν πατέρος Ἑλλανίου N. 5.10

    ὦ Διὸς Ἑλλανίου φαεννὸν ἄστρον Pae. 6.125

    as Ζεὺς Ἀταβύριος, in Rhodes.

    ἀλλ' ὦ Ζεῦ πάτερ, νώτοισιν Ἀταβυρίου μεδέων O. 7.87

    as Ζεὺς ἑρκεῖος; v. Pae. 6.114 as Ζεὺς Ὀλύμπιος, of Olympia.

    Πίσα μὲν Διός O. 2.3

    Διὸς πανδόκῳ ἄλσει O. 3.17

    cf. O. 10.45

    σωτὴρ ὑψινεφὲς Ζεῦ, Κρόνιόν τε ναίων λόφον, τιμῶν τ' Αλφεόν O. 5.17

    βωμῷ τε μαντείῳ Διὸς ἐν Πίσᾳ O. 6.5

    Ζηνὸς ἐπ' ἀκροτάτῳ βωμῷ τότ αὖ χρηστήριον θέσθαι κέλευσεν O. 6.70

    Οὐλυμπία, ἵνα μάντιες ἄνδρες ἐμπύροις τεκμαιρόμενοι παραπειρῶνται Διὸς ἀργικεραύνου O. 8.3

    κόσμον Ὀλυμπίᾳ, ὅν σφι Ζεὺς γένει ὤπασεν O. 8.83

    Δία τε φοινικοστερόπαν σεμνόν τ' ἐπίνειμαι ἀκρωτήριον Ἄλιδος O. 9.6

    ἀγῶνα δ' ἐξαίρετον Διός O. 10.24

    ὕπατ' εὐρὺ ἀνάσσων Ὀλυμπίας Ζεῦ πάτερ O. 13.26

    Δὶ τοῦτ' Ἐνυαλίῳ τ ἐκδώσομεν πράσσειν O. 13.106

    μία δ' ἐκπρεπὴς Διὸς Ὀλυμπίας (sc. νίκα) P. 7.15

    σπονδοφόροι Κρονίδα Ζηνὸς Ἀλεῖοι I. 2.24

    γαῖαν τὰν δὴ καλέοισιν Ὀλυμπίου Διὸς ἄλσος I. 2.27

    as

    Ζεὺς Νεμεαῖος; Νεμεαίου ἐν πολυυμνήτῳ Διὸς ἄλσει N. 2.5

    Ζεῦ, τεὸν γὰρ αἷμα, σέο δ' ἀγών N. 3.65

    Κρονίδᾳ τε Δὶ καὶ Νεμέᾳ N. 4.9

    Διὸς δὲ μεμναμένος ἀμφὶ Νεμέᾳ N. 7.80

    ἐν Νεμέᾳ μὲν πρῶτον, ὦ Ζεῦ, τὶν ἄωτον δεξάμενοι στεφάνων I. 6.3

    ὀκτὼ στεφάνοις ἔμιχθεν ἤδη· ἑπτὰ δ' ἐν Νεμέᾳ, τὰ δ οἴκοι μάσσον ἀριθμοῦ, Διὸς ἀγῶνι (contra, Διὸς ἀγῶνι with τὰ οἴκοι Σ.) N. 2.24
    4 as master of the elements.

    ἐλατὴρ ὑπέρτατε βροντᾶς ἀκαμαντόποδος Ζεῦ O. 4.1

    ὑψινεφὲς Ζεῦ O. 5.17

    Διὸς ἀργικεραύνου O. 8.3

    Κρονίδα βαρυγδούπου Διός O. 8.44

    Δία τε φοινικοστερόπαν O. 9.6

    αἰολοβρέντα Διὸς αἴσᾳ O. 9.42

    ἀλλὰ Ζηνὸς τέχναις ἀνάπωτιν ἐξαίφνας ἄντλον ἑλεῖν O. 9.52

    πυρπάλαμον βέλος ὀρσικτύπου Διός O. 10.81

    Ζηνὸς ἐγχεικεραύνου παῖς O. 13.77

    ἐγχεικέραυνον Ζῆνα P. 4.194

    cf. N. 9.25, N. 10.8, 71.

    ὀρσινεφὴς Ζεὺς N. 5.35

    κελαινεφἔ ἀργιβρένταν Ζῆνα Pae. 12.10

    ἐρισφάραγος ( Ζεύς) fr. 15.
    5
    a Zeus' emblem the eagle.

    Διὸς πρὸς ὄρνιχα θεῖον O. 2.88

    Διὸς αἰετός P. 1.6

    χρυσέων Διὸς αἰετῶν P. 4.4

    b giver of oracles and omens.

    ὣς ἐμοὶ φάσμα λέγει Κρονίδα πεμφθὲν βαρυγδούπου Διός O. 8.44

    αἰσίαν δ' ἐπί οἱ Κρονίων Ζεὺς πατὴρ ἔκλαγξε βροντάνP. 4.23 cf. P. 4.197, N. 9.19

    Διὸς ὑψίστου προφάταν ἔξοχον, ὀρθόμαντιν Τειρεσίαν N. 1.60

    κατένευσέν τέ οἱ ὀρσινεφὴς ἐξ οὐρανοῦ Ζεὺς N. 5.35

    τὸ δ' ἐκ Διὸς ἀνθρώποις σαφὲς οὐχ ἕπεται τέκμαρ N. 11.43

    cf. O. 6.5, O. 6.70, O. 8.3 Δ[ιὸ]ς δ' ἄκ[ουσεν ὀ]μφάν. (supp. Bury: sc. Κάδμος) Δ. 2. 29.
    c giver of blessings.

    Διὸς δὲ χάριν ἐκ προτέρων μεταμειψάμενοι καμάτων P. 3.95

    τάν ποτε Ζεὺς ὤπασεν τιμάν P. 4.107

    Διός τοι νόος μέγας κυβερνᾷ δαίμον' ἀνδρῶν φίλων P. 5.122

    Ζεῦ, μεγάλαι δ

    ἀρεταὶ θνατοῖς ἕπονται ἐκ σέθεν I. 3.4

    μελέταν δὲ σοφισταῖς Διὸς ἕκατι πρόσβαλον σεβιζόμενοι I. 5.29

    Διὸς παῖς ὁ χρυσός fr. 222. 1.
    d punishes Ixion,

    δόλον αὐτῷ θέσαν Ζηνὸς παλάμαι P. 2.40

    punishes Apharetidai,

    καὶ πάθον δεινὸν παλάμαις Ἀφαρητίδαι Διός N. 10.65

    Ζεὺς δ' ἐπ Ἴδᾳ πυρφόρον πλᾶξε ψολόεντα κεραυνόν N. 10.71

    punishes Typhon, κεράιζε Τυφῶνα πεντηκοντοκέφαλον ἀνάγκᾳ Ζεὺς πατὴρ fr. 93. cf.

    ὅσσα δὲ μὴ πεφίληκε Ζεύς, ἀτύζονται P. 1.13

    frees Titans,

    λῦσε δὲ Ζεὺς ἄφθιτος Τιτᾶνας P. 4.291

    buries Amphiareus,

    ὁ δ' Ἀμφιαρεῖ σχίσσεν κεραυνῷ παμβίᾳ Ζεὺς τὰν βαθύστερνον χθόνα N. 9.25

    γαῖα δ' κεραυνωθεῖσα Διὸς βέλεσιν N. 10.8

    his abode sought by Bellerophon, τὸν δ (sc. Πάγασον)

    ἐν Οὐλύμπῳ φάτναι Ζηνὸς ἀρχαῖαι δέκονται O. 13.92

    ἐθέλοντ' ἐς οὐρανοῦ σταθμοὺς ἐλθεῖν μεθ ὁμάγυριν Βελλεροφόνταν Ζηνός I. 7.47

    e as prelude,

    ἀοιδοὶ ἄρχονται Διὸς ἐκ προοιμίου N. 2.3

    αἱ δὲ πρώτιστον μὲν ὕμνησαν Διὸς ἀρχόμεναι σεμνὰν Θέτιν N. 5.25

    f in various other connections. ἔτειλαν (sc. ἐσλοὶ)

    Διὸς ὁδὸν παρὰ Κρόνου τύρσιν O. 2.70

    Ζηνὸς ἦτορ λιταῖς ἔπεισε (sc. Θέτις) O. 2.79

    χθόνα δατέοντο Ζεύς τε καὶ ἀθάνατοι O. 7.55

    Ζεὺς ἄμπαλον μέλλεν θέμεν O. 7.61

    ὀρθωθεῖσα ναύταις ἐν πολυφθόρῳ Σαλαμὶς Διὸς ὄμβρῳ I. 5.49

    τρέω τοι πόλεμον Διὸς Ἐννοσίδαν τε βαρύκτυπον” Euxantios speaks

    Πα... ἀλλά σε πρὸς Διός, ἱπποσόα θοάς, ἱκετεύω Pae. 9.7

    τὸ δὲ μὴ Δὶ φίλτερον σιγῷμι πάμπαν fr. 81 ad Δ. 2. fig.,

    μὴ μάτευε Ζεὺς γενέσθαι I. 5.14

    6 frag. & test. Porphyr., de abst., 3. 16, Πίνδαρος δὲ ἐν προσοδίοις πάντας τοὺς θεοὺς ἐποίησεν, ὅτε ὑπὸ Τυφῶνος ἐδιώκοντο, οὐκ ἀνθρώποις ὁμοιωθέντας, ἀλλὰ τοῖς ἄλλοις ζῴοις. ἐρασθέντα δὲ Πασιφάης ( φασὶ coni. Bergk) Δία γενέσθαι ( νῦν add. Abresch) μὲν ταῦρον, νῦν δὲ ἀετὸν καὶ κύκνον (verba ἀλλὰ κύκνον non ad carmen Pindaricum spectare censuit Turyn: v. Griffiths, Hermes, 1960, 374.) fr. 91. The punishment of the Cyclops by Zeus is probably alluded to in fr. 266.

    τὰ δ' α[ ] Ζεὺς οἶδ[ Παρθ. 2. 33. Διὸς[ Pae. 6.145

    Διὸς οὐκ ἐθελο[ Πα. 7B. 43. ] Ζηνί γε πα[ fr. 60a. 5.

    Lexicon to Pindar > Ζεύς

  • 12 μεγαλαύχην

    A with large neck, Olymp.Hist.p.459 D., Apollon.Lex. s.v. ἐριαύχενας, Hsch. s.v. ἐρισφάραγος.

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > μεγαλαύχην

  • 13 ὑψηλοφόρος

    A exalted, Hsch. s.v. ἐρισφάραγος (s. v. l.).

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ὑψηλοφόρος

См. также в других словарях:

  • ερισφάραγος — ἐρισφάραγος, ον (Α) (για τον Ποσειδώνα και τον Δία) αυτός που ηχεί δυνατά, ο μεγαλόφωνος («Ζηνὸς ἐρισφαράγου», Πίνδ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < ερι (επιτ. μόριο) + σφάραργος (< σφαραγούμαι «σφριγώ») (πρβλ. ερισπάραγος)] …   Dictionary of Greek

  • ἐρισφάραγος — loud roaring masc/fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐρισφάραγον — ἐρισφάραγος loud roaring masc/fem acc sg ἐρισφάραγος loud roaring neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐρισφαράγου — ἐρισφάραγος loud roaring masc/fem/neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐρισφαράγους — ἐρισφάραγος loud roaring masc/fem acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ερι- — (I) ἐρι (Α) αχώριστο μόριο (όπως το αρι ) που επιτείνει την έννοια τών λέξεων στις οποίες προστίθεται ως α’ συνθετικό (π.χ. α. εριαυγής πάρα πολύ λαμπρός, φωτεινότατος β. ερίτιμος πολύτιμος, εντιμότατος γ. εριβρεμέτης* αυτός που βροντάει ισχυρά,… …   Dictionary of Greek

  • ερισμάραγος — ἐρισμάραγος, ον (Α) 1. (για τον Δία) αυτός που βροντά ηχηρά («ἐρισμαράγοιο Διός», Ησίοδ.) 2. (για την αστραπή) («ἐρισμάραγος ἀστραπή», Λουκιαν.) 3. γεν. αυτός που ηχεί δυνατά («ἐρισμάραγος θάλασσα», Μουσαί.). [ΕΤΥΜΟΛ. < ερι (επιτ. μόριο) +… …   Dictionary of Greek

  • σφάραγος — Α 1. (κατά τον Ησύχ.) «βρόγχος, τράχηλος, λαιμός, ψόφος» 2. φάρυγγας. [ΕΤΥΜΟΛ. Ο τ. σφάραγος με σημ. «ψόφος» συνδέεται με το ρ. σφαραγοῦμαι* και έχει σχηματιστεί μτγν. πιθ. από το σύνθ. σε σφάραγος (πρβλ. ασφάραγος (II), ἐρισφάραγος), κατά το… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»