1 ἐργ-ωνία
ἐργ-ωνία, ἡ, = ἐργολάβεια, Pol. 6, 17, 5.
Griechisch-deutsches Handwörterbuch > ἐργ-ωνία
2 εργωνια
Древнегреческо-русский словарь > εργωνια