-
1 επίρροθοι
-
2 ἐπίρροθοι
-
3 ἐπίρροθος
ἐπίρροθ-ος, ον,A coming to the rescue; as Subst., helper,τοίη οἱ ἐ. ἦεν Ἀθήνη Il.4.390
;θεὰ.., μοι ἐ. ἐλθὲ ποδοῖιν 23.770
;μακραὶ ἐπίρροθοι εὐφρόναι εἰσίν Hes.Op. 560
;ἐπίρροθοι ἄμμι πέλεσθε A.R.2.1193
: also as Adj., μῆτις, πύργος ἐ., ib. 1068, 4.1045: c. gen., giving aid against, νύκτερον τέλος .. ἀλγέων ἐ. A.Th. 368 (lyr.); cf. ἐπιτάρροθος.2. [ὁδὸς] λείη καὶ ἐ. easy (?), AP7.50 (Archim.).II. ἐ. κακά reproaches bandied backwards and forwards, abusive language, S.Ant. 413.2. δώμαθ' .. ἐ. full of fault-finding, Id.Fr.583.10.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἐπίρροθος
-
4 ἐπίῤ-ῥοθος
ἐπίῤ-ῥοθος, herbeibrausend, 1) bei Hom. zur Hülfe herbeieilend, helfend, τοίη οἱ ἐπίῤῥοϑος ἦεν Ἀϑήνη, Il. 4, 390. 23, 770; ἐπίῤῥοϑοι τὐφρόναι Hes. O. 558; vgl. ἐπιτάῤῥοϑος; – c. gen., wogegen, ἐλπίς ἐστι νύκτερον τέλος μολεῖν – ἀλγέων ἐπίῤῥοϑον Aesch. Spt. 350, gegen die Schmerzen; übh. nützlich, heilsam, μῆτις Ap. Rh., πύργος, schützend, 4, 1045. – 2) darauflosfahrend, scheltend, κινῶν ἄνδρ' ἁνὴρ ἐπιῤῥόϑοις κακοῖσι Soph. Ant. 409, durch anfahrende Scheltreden antreiben, Schol. λοιδόροις, ὑβριστικοῖς; – pass. tadelhaft, Soph. frg. 517. – Dunkel ist Archimel. 2 (VII, 50) (οἶμος) λείη μὲν γὰρ ἰδεῖν καὶ ἐπίῤῥοϑος, etwa Beifallsklatschen erregend, wofür man ἐπίκροτος hat lesen wollen. Vgl. ἐπιῤῥοϑέω.
См. также в других словарях:
ἐπίρροθοι — ἐπίρροθος coming to the rescue masc/fem nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ευφρόνη — εὐφρόνη, ἡ (Α) 1. η καλή ώρα (κατ ευφ. αντί η νύκτα) («μακραὶ γὰρ καὶ ἐπίρροθοι εὐφρόναι εἰσί», Ησίοδ.) 2. φρ. «ἄστρων εὐφρόνη» νύχτα γεμάτη αστέρια 3. (στη γεν. εν. ως επίρρ.) εὐφρόνης κατά τη διάρκεια τής νύκτας 4. (κατά τον Ησύχ.) ευφροσύνη.… … Dictionary of Greek