Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

ἐπίουρα

См. также в других словарях:

  • επίουρα — ἐπίουρα, τά (Μ) (κατά τον Ευστάθιο) «τὰ ὁρμήματα, ὡς ἀπὸ τοῡ ὀρούειν, ἢ τὰ μεταξὺ διαστήματα, ὡς ἀπὸ τοῦ ὅρος ό περιορισμός», δηλ. τα σημεία από όπου εξορμά κανείς ή τα μεσοδιαστήματα που παρεμβάλλονται μεταξύ δύο αντικειμένων …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»