Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

ἐπάρῃ

См. также в других словарях:

  • ἐπάρη — πείρω pierce aor ind pass 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐπάρῃ — ἐπαίρω lift up and set on aor subj mid 2nd sg (epic doric aeolic) ἐπά̱ρῃ , ἐπαίρω lift up and set on aor subj mid 2nd sg ἐπά̱ρῃ , ἐπαίρω lift up and set on aor subj act 3rd sg πάρημαι to be seated beside pres ind mid 2nd sg παρίημι let fall at… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • επαρά — ἐπαρά και ιων. τ. ἐπαρή, η (Α) αρά, κατάρα («θεοὶ δ ἐτέλειον ἐπαράς», Ομ. Ιλ.)· [ΕΤΥΜΟΛ. < επί + αρά «κατάρα»] …   Dictionary of Greek

  • πανουργία — η, ΝΜΑ [πανούργος] 1. η ιδιότητα τού πανούργου, απάτη, δόλος, κακοήθεια («πανουργίας δεινῆς τέχνημ ἔχθιστον», Σοφ.) 2. πονηρό, δόλιο τέχνασμα («μετὰ μηχανήματος καὶ μετὰ πανουργίας τὴν κόρην ἐβουλήθηκε νὰ ἐπάρῃ νὰ μισεύσῃ», Λίβ. Ρόδ.) αρχ. (για… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»