-
1 εποποιίαν
-
2 ἐποποιίαν
См. также в других словарях:
ἐποποιίαν — ἐποποιΐᾱν , ἐποποιία epic poetry fem acc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
εποποιία — η (AM ἐποποιία, Α και ἐποποιίη) 1. η σύνθεση επικού ποιήματος 2. η επική ποίηση, το έπος («τὰ εἴδη ταυτὰ δεῑ ἔχειν τὴν ἐποποιίαν τῇ τραγῳδίᾳ», Αριστοτ.) νεοελλ. σειρά κατορθωμάτων ή ηρωικών πράξεων τα οποία θα άξιζε να υμνηθούν με τη σύνθεση… … Dictionary of Greek