-
1 επονομαζόμεναι
ἐπονομάζωapply: pres part mp fem nom /voc plἐπονομάζωapply: pres part mp fem nom /voc pl -
2 ἐπονομαζόμεναι
ἐπονομάζωapply: pres part mp fem nom /voc plἐπονομάζωapply: pres part mp fem nom /voc pl
См. также в других словарях:
ἐπονομαζόμεναι — ἐπονομάζω apply pres part mp fem nom/voc pl ἐπονομάζω apply pres part mp fem nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ημιτριήρης — ἡμιτριήρης, ἡ (Μ) είδος πλοίου («ἡμιτριήρεις, αἵ κατὰ τὴν τῶν Λατίνων διάλεκτον τετραήρεις ἐπονομαζόμεναι» … Dictionary of Greek