Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

ἐπιχειροῦμεν

См. также в других словарях:

  • ἐπιχειροῦμεν — ἐπιχειρέω put one s hand to pres ind act 1st pl (attic epic doric) ἐπιχειρέω put one s hand to imperf ind act 1st pl (attic epic doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συνδιαλύω — ΜΑ παθ. συνδιαλύομαι α) διαλύομαι μαζί η ταυτόχρονα με άλλον β) καταλύομαι ταυτόχρονα με άλλον αρχ. 1. καταπαύω κάτι μαζί με άλλον («τὰς διὰ τύχην αὐτῷ γεγενημένας ταραχὰς συνδιαλύειν ἐπιχειροῡμεν», Ισοκρ.) 2. μέσ. συνεισφέρω και εγώ στην… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»