Перевод: с греческого на немецкий

с немецкого на греческий

ἐπιφόρημα

См. также в других словарях:

  • επιφόρημα — ἐπιφόρημα, τὸ (A) [επιφορώ] 1. στον πληθ. τὰ ἐπιφορήματα πρόσθετα φαγητά μετά το δείπνο («σίτοισι δὲ ὀλίγοισι χρέονται, ἐπιφορήμασι δὲ πολλοῑσι», Ηρόδ.) 2. προσφορά πάνω στον τάφο …   Dictionary of Greek

  • ἐπιφόρημα — dishes served up besides neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐπιφορήμασι — ἐπιφόρημα dishes served up besides neut dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐπιφορήμασιν — ἐπιφόρημα dishes served up besides neut dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐπιφορήματα — ἐπιφόρημα dishes served up besides neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»