-
1 επιτυρωθή
-
2 ἐπιτυρωθῇ
См. также в других словарях:
ἐπιτυρωθῇ — ἐπιτῡρωθῇ , ἐπί τυρόω make into cheese aor subj pass 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
1 επιτυρωθή
2 ἐπιτυρωθῇ
ἐπιτυρωθῇ — ἐπιτῡρωθῇ , ἐπί τυρόω make into cheese aor subj pass 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)