Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

ἐπισκήνους

См. также в других словарях:

  • ἐπισκήνους — ἐπίσκηνος at masc/fem acc pl ἐπισκηνόω to be quartered in imperf ind act 2nd sg (homeric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • επίσκηνος — ἐπίσκηνος, ον (Α) [σκηνή] 1. αυτός που γίνεται μπροστά στη σκηνή, ενώπιον άλλων («μηδ’ ἐπισκήνους γόους δάκρυε», Σοφ.) 2. εξωτερικός, τυχαίος 3. (το αρσ. πληθ. ως ουσ.) οἱ ἐπίσκηνοι στρατιώτες που σταθμεύουν σε μια πόλη 4. (για θεατρική σκηνή) το …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»