Перевод: с греческого на русский

с русского на греческий

ἐπιρρυθμίζω

См. также в других словарях:

  • επιρρυθμίζω — ἐπιρρυθμίζω (Α) [ρυθμίζω] 1. (για στίχους) φέρνω σε ρυθμό, ρυθμοποιώ 2. ντύνω με απλότητα, στολίζω («ἐς τὸ ἀφελές καὶ ἀκόσμητον ἑαυτήν ἐπερρύθμιζε», Λουκιαν.) …   Dictionary of Greek

  • ἐπιρρυθμίζει — ἐπιρρυθμίζω remould pres ind mp 2nd sg ἐπιρρυθμίζω remould pres ind act 3rd sg ἐπιρρυθμίζω remould pres ind mp 2nd sg ἐπιρρυθμίζω remould pres ind act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐπιρρυθμίζειν — ἐπιρρυθμίζω remould pres inf act (attic epic) ἐπιρρυθμίζω remould pres inf act (attic epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐπερρύθμιζεν — ἐπιρρυθμίζω remould imperf ind act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • επιρρυσμίζω — ἐπιρρυσμίζω (Α) ιων. τ. αντί ἐπιρρυθμίζω* …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»