-
1 επιμελεδαινομένη
-
2 ἐπιμελεδαινομένη
См. также в других словарях:
ἐπιμελεδαινομένη — ἐπί μελεδαίνω care for pres part mp fem nom/voc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
1 επιμελεδαινομένη
2 ἐπιμελεδαινομένη
ἐπιμελεδαινομένη — ἐπί μελεδαίνω care for pres part mp fem nom/voc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)