Перевод: со всех языков на немецкий

с немецкого на все языки

ἐπικοινουμένους

См. также в других словарях:

  • ἐπικοινουμένους — ἐπικοινάομαι consult pres part mp masc acc pl (attic epic doric ionic) ἐπικοινόομαι pres part mp masc acc pl ἐπικοινόω communicate pres part mp masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • επικοινώ — ἐπικοινῶ, όω (Α) [επίκοινος] 1. ανακοινώνω, κοινοποιώ, μεταδίδω 2. μέσ. ἐπικοινοῡμαι, όομαι ανακοινώνω κάτι σε κάποιον και ζητώ τη συμβουλή του («περὶ τούτου τῷ πατρὶ ἐπεκοινώσω», Πλάτ.) 3. παθ. έρχομαι σε επικοινωνία («περί τε γάμους ἀλλήλους… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»