-
1 επιζητουμένη
ἐπιζητέωseek after: pres part mp fem nom /voc sg (attic epic)ἐπιζητέωseek after: pres part mp fem nom /voc sg (attic epic)——————ἐπιζητέωseek after: pres part mp fem dat sg (attic epic)ἐπιζητέωseek after: pres part mp fem dat sg (attic epic) -
2 ἐπιζητουμένη
Βλ. λ. επιζητουμένη -
3 ἐπιζητουμένῃ
Βλ. λ. επιζητουμένη
См. также в других словарях:
ἐπιζητουμένη — ἐπιζητέω seek after pres part mp fem nom/voc sg (attic epic) ἐπιζητέω seek after pres part mp fem nom/voc sg (attic epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐπιζητουμένῃ — ἐπιζητέω seek after pres part mp fem dat sg (attic epic) ἐπιζητέω seek after pres part mp fem dat sg (attic epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πυκνότητα — Φυσικό μέγεθος, που μπορεί να οριστεί ως η ποσότητα της ύλης (μάζα) που περιέχεται στη μονάδα όγκου ενός σώματος. Πιο απλά, για ομοιογενή σώματα, η π. ορίζεται με το πηλίκο της μάζας διά του όγκου του θεωρούμενου σώματος, ενώ για τα μη ομοιογενή… … Dictionary of Greek
κυρηναϊκοί — Φιλόσοφοι της αποκαλούμενης Κυρηναϊκής σχολής, της οποίας την ίδρυση η αρχαία παράδοση αποδίδει –γεγονός που σήμερα αμφισβητείται– στον Αρίστιππο (5ος –4ος αι. π.Χ.), μία από τις επιφανέστερες προσωπικότητες που είχαν συνδεθεί με τον Σωκράτη. Η… … Dictionary of Greek
νοημοσύνη ή νόηση — Ο όρος χρησιμοποιείται στην τρέχουσα γλώσσα με διάφορες σημασίες, που άλλοτε αναφέρονται σε φιλοσοφικές και μεταφυσικές έννοιες και άλλοτε σε γεγονότα της πρακτικής ζωής. Ο μέσος άνθρωπος θεωρεί τη ν. ως ιδιαίτερη ικανότητα του πνεύματος, μια… … Dictionary of Greek