-
1 επησθειεν
См. также в других словарях:
ἐπησθεῖεν — ἐφήδομαι exult over aor opt pass 3rd pl (ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
1 επησθειεν
ἐπησθεῖεν — ἐφήδομαι exult over aor opt pass 3rd pl (ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)