-
1 ἐπηρεμέω
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἐπηρεμέω
-
2 ἐπηρέμησις
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἐπηρέμησις
-
3 ἐπήριστος
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἐπήριστος
-
4 ἐπηῦρον
A v. ἐπαυρίσκομαι.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἐπηῦρον
Перевод: с греческого на английский
с английского на греческий- С английского на:
- Греческий
- С греческого на:
- Английский