Перевод: с греческого на русский

с русского на греческий

ἐπηλυγάζομαι

См. также в других словарях:

  • επηλυγάζω — ἐπηλυγάζω και ἐπηλυγίζω (AM) 1. επισκιάζω, καλύπτω 2. μέσ. επηλυγάζομαι κρύβομαι πίσω από κάτι 3. αποκρύπτω («ὅπως τῷ κοινῷ φόβῳ τὸν σφέτερον ἐπηλυγάζωνται», Θουκ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < επί + ηλυγ άζω (< ηλύγ η* «σκιά, σκοτάδι»] …   Dictionary of Greek

  • ηλύγη — ἠλύγη, ἡ (Α) 1. η σκιά 2. φρ. «δίκης ἠλύγη» οι περιπλοκές τής δίκης ή τα σκοτεινά σημεία τής δίκης. [ΕΤΥΜΟΛ. Άγνωστης ετυμολ. Η σύνδεση του με το επίθ. λῡγαῖος «σκιώδης» οφείλεται μάλλον σε λαϊκή παρετυμολογία τών Αρχαίων, δεδομένου ότι, εκτός… …   Dictionary of Greek

  • leu-g-2 : lu-g- : lū-g- —     leu g 2 : lu g : lū g     English meaning: black; swamp     Deutsche Übersetzung: ‘schwärzlich; Sumpf” (after der Farbe)     Note: Root leug 1 : “to bend” : Root leu g 2 : lu g : lū g : “black; swamp” derived from Root leu 2 (*leuĝh ): “to… …   Proto-Indo-European etymological dictionary

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»