Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

ἐπελήκεον

См. также в других словарях:

  • ἐπελήκεον — ἐπιληκέω clap the hands in applause imperf ind act 3rd pl (epic doric ionic aeolic) ἐπιληκέω clap the hands in applause imperf ind act 1st sg (epic doric ionic aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • επιληκώ — ἐπιληκῶ, έω (Α) επιδοκιμάζω με φωνές, επικροτώ («ὠρχείσθην δὴ ἔπειτα... κοῡροι δ’ ἐπελήκεον ἄλλοι» έπειτα χόρεψαν αυτοί οι δυο και οι άλλοι νέοι κρατούσαν το ρυθμό με φωνές, Ομ. Οδ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < επί + ληκώ «κραυγάζω»] …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»