Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

ἐπίδοξος

См. также в других словарях:

  • ἐπίδοξος — likely masc/fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • επίδοξος — η, ο (AM ἐπίδοξος, ον) αυτός που πιθανώς θα γίνει κάτι ή σκοπεύει να κάνει κάτι, ο υποψήφιος ή αυτός που δίνει τέτοια εντύπωση («ο επίδοξος πρωθυπουργός», «ο επίδοξος δολοφόνος», «ἐπίδοξος γενήσεσθαι πονηρός») αρχ. μσν. ένδοξος, διάσημος. [ΕΤΥΜΟΛ …   Dictionary of Greek

  • επίδοξος — η, ο που πρόκειται να γίνει κάτι, υποψήφιος, πιθανός: Ο επίδοξος διάδοχος του θρόνου …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • ἐπιδοξότερον — ἐπίδοξος likely adverbial comp ἐπίδοξος likely masc acc comp sg ἐπίδοξος likely neut nom/voc/acc comp sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐπιδοξοτάτων — ἐπίδοξος likely fem gen superl pl ἐπίδοξος likely masc/neut gen superl pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐπιδοξοτέρων — ἐπίδοξος likely fem gen comp pl ἐπίδοξος likely masc/neut gen comp pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐπιδοξότατα — ἐπίδοξος likely adverbial superl ἐπίδοξος likely neut nom/voc/acc superl pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐπιδοξότατον — ἐπίδοξος likely masc acc superl sg ἐπίδοξος likely neut nom/voc/acc superl sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐπιδόξως — ἐπίδοξος likely adverbial ἐπίδοξος likely masc/fem acc pl (doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐπίδοξον — ἐπίδοξος likely masc/fem acc sg ἐπίδοξος likely neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐπιδοξοτάτην — ἐπίδοξος likely fem acc superl sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»