Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

ἐπίδεσις

См. также в других словарях:

  • ἐπίδεσις — bandaging fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐπιδέσει — ἐπίδεσις bandaging fem nom/voc/acc dual (attic epic) ἐπιδέσεϊ , ἐπίδεσις bandaging fem dat sg (epic) ἐπίδεσις bandaging fem dat sg (attic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐπιδέσεις — ἐπίδεσις bandaging fem nom/voc pl (attic epic) ἐπίδεσις bandaging fem nom/acc pl (attic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐπιδεσίων — ἐπίδεσις bandaging fem gen pl (epic doric ionic aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐπιδέσεσι — ἐπίδεσις bandaging fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐπιδέσεσιν — ἐπίδεσις bandaging fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐπιδέσιας — ἐπίδεσις bandaging fem acc pl (epic doric ionic aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐπιδέσιες — ἐπίδεσις bandaging fem nom/voc pl (epic doric ionic aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐπιδέσιος — ἐπίδεσις bandaging fem gen sg (epic doric ionic aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐπίδεσιν — ἐπίδεσις bandaging fem acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • επίδεση — Η εφαρμογή επιδέσμων ως θεραπευτικό μέσο. Στην αρχαιότητα, η εφαρμογή της ήταν ευρέως διαδεδομένη, ενώ στη σύγχρονη εποχή, η σημασία της έχει περιοριστεί από τη χρήση νέων συντηρητικών και χειρουργικών μέσων θεραπείας. Η τέχνη της ε. αναπτύχθηκε… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»