-
1 ἐξ-όμορξις
ἐξ-όμορξις, ἡ, das Abdrücken, Abbilden, τοῦ πυρὸς ἐν τῷ ὑγρῷ Plat. Tim. 80 e.
-
2 ἐν-απ-όμορξις
ἐν-απ-όμορξις, ἡ, das An-, Abwischen, Theophr.
-
3 εξομορξις
-
4 ἐναπόμορξις
ἐν-απ-όμορξις, ἡ, das An-, Abwischen -
5 ἐξόμορξις
ἐξ-όμορξις, ἡ, das Abdrücken, Abbilden