-
1 ἐξώλεια
A utter destruction,ἐπαρώμενον ἐξώλειαν ἑαυτῷ ἐπιορκοῦντι IG12.10.15
, cf. Antipho5.11, Lys.12.10, Jusj. ap. D.24.151; κατ' ἐξωλείας ὀμόσαι, ἐπιορκεῖν, D.21.119, 57.22; ὕποχον ἐξωλείας αὑτὸν ποιεῖν ib.53.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἐξώλεια
-
2 ἐξώλης
ἐξώλ-ης, ες,A utterly destroyed, ruined,ἐ. γίνεσθαι Hdt.7.9
.β; ἐξώλεις καὶ προώλεις ποιεῖν τινας ἐν γῇ καὶ ἐν θαλάσσῃ D. 18.324
, cf. 19.71; freq. in imprecations, , Men.Sam. 152; ἐξώλη αὐτὸν εἶναι καὶ γένος Lexap.And.1.98, cf. 126; (Mylasa, iv B. C.);ἐ. ἀπολοίμην καὶ προώλης D.19.172
.II metaph., of persons, pernicious, abominable,Αἰγύπτου γένος A.Supp. 741
;γέρων Eup.45
;οὐδὲν πέφυκε ζῷον -έστερον Ar.Pl. 443
, cf. Ec. 1053, 1070, D.58.63, Antiph.159.12, etc.
Перевод: со всех языков на английский
с английского на все языки- С английского на:
- Все языки
- Со всех языков на:
- Английский