-
1 εξευνουχισθήναι
-
2 ἐξευνουχισθῆναι
См. также в других словарях:
ἐξευνουχισθῆναι — ἐξευνουχίζω aor inf pass … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
1 εξευνουχισθήναι
2 ἐξευνουχισθῆναι
ἐξευνουχισθῆναι — ἐξευνουχίζω aor inf pass … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)