Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

ἐξαλλαγῆς

См. также в других словарях:

  • ἐξαλλαγῆς — ἐξαλλαγή complete change fem gen sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • έλκος — Περιορισμένη απώλεια ιστού με μικρή τάση προς επούλωση· ο όρος έ. χρησιμοποιείται κυρίως σε βλάβες του δέρματος και των βλεννογόνων (π.χ. γαστροδωδεκαδακτυλικό έ.). Έ. του δέρματος μπορεί να συνοδεύουν διαβήτη, καρδιοπάθειες, νεφροπάθειες,… …   Dictionary of Greek

  • ενδεπιθηλιακός — ή, ό 1. αυτός που βρίσκεται μέσα στο επιθήλιο 2. φρ. α) «ενδεπιθηλιακοί αδένες» ολιγοκύτταροι αδένες κατώτερων ζώων β) «ενδεπιθηλιακό επιθηλίωμα» μορφή επιθηλιακού νεοπλάσματος ή κακοήθους εξαλλαγής που εντοπίζεται στα κύτταρα τού επιθηλίου …   Dictionary of Greek

  • λευκοπλακία — Πάθηση των βλεννογόνων αδένων κατά την οποία παρουσιάζονται λευκά ακανόνιστα επάρματα (λεκέδες, πλάκες), κυρίως στον βλεννογόνο του στόματος ή στην περιοχή των γεννητικών οργάνων. Μπορεί να οφείλονται σε υπερκεράτωση λόγω χρόνιου ερεθισμού ή να… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»