Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

ἐξαιρουμένων

  • 1 εξαιρουμένων

    ἐξαιρέω
    take out: pres part mp fem gen pl (attic epic doric)
    ἐξαιρέω
    take out: pres part mp masc /neut gen pl (attic epic doric)
    ἐξαιρέω
    take out: pres part mp fem gen pl (attic epic doric)
    ἐξαιρέω
    take out: pres part mp masc /neut gen pl (attic epic doric)
    ἐξαιρόομαι
    turn into darnel: pres part mp fem gen pl
    ἐξαιρόομαι
    turn into darnel: pres part mp masc /neut gen pl

    Morphologia Graeca > εξαιρουμένων

  • 2 ἐξαιρουμένων

    ἐξαιρέω
    take out: pres part mp fem gen pl (attic epic doric)
    ἐξαιρέω
    take out: pres part mp masc /neut gen pl (attic epic doric)
    ἐξαιρέω
    take out: pres part mp fem gen pl (attic epic doric)
    ἐξαιρέω
    take out: pres part mp masc /neut gen pl (attic epic doric)
    ἐξαιρόομαι
    turn into darnel: pres part mp fem gen pl
    ἐξαιρόομαι
    turn into darnel: pres part mp masc /neut gen pl

    Morphologia Graeca > ἐξαιρουμένων

См. также в других словарях:

  • ἐξαιρουμένων — ἐξαιρέω take out pres part mp fem gen pl (attic epic doric) ἐξαιρέω take out pres part mp masc/neut gen pl (attic epic doric) ἐξαιρέω take out pres part mp fem gen pl (attic epic doric) ἐξαιρέω take out pres part mp masc/neut gen pl (attic epic… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συντήρηση — Στην καλλιτεχνική ορολογία ο όρος σημαίνει την επέμβαση που γίνεται με οποιονδήποτε τρόπο για να παρατείνει τη ζωή ενός έργου τέχνης και να αποκαταστήσει στο μεγαλύτερο δυνατό βαθμό την αρχική του μορφή. Η βάση επομένως της εργασίας της σ. είναι… …   Dictionary of Greek

  • κονκισταδόρες — (conquistadors). Ισπανοί εξερευνητές που συμμετείχαν στην πολιτική και στρατιωτική επιχείρηση (conquista) του 16oυ αι., η οποία είχε ως αποτέλεσμα την κυριαρχία της χώρας τους στην Κεντρική και Νότια Αμερική, εκτός από τη Βραζιλία, η οποία… …   Dictionary of Greek

  • Κορέα, Βόρεια — Επίσημη ονομασία: Λαϊκή Δημοκρατία της Κορέας Έκταση: 120.540 τ. χλμ. Πληθυσμός: 22.224.195 (2002) Πρωτεύουσα: Πιονγκγιάνγκ (2.741.260 κάτ. το 1993)Κράτος της ανατολικής Ασίας, το οποίο καταλαμβάνει το βόρειο τμήμα της κορεατικής χερσονήσου.… …   Dictionary of Greek

  • Κορέα, Νότια — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Κορέας Έκταση: 98.480 τ. χλμ. Πληθυσμός: 48.324.000 (2002) Πρωτεύουσα: Σεούλ (9.853.972 κάτ. το 2000)Κράτος της ανατολικής Ασίας, το οποίο καταλαμβάνει το νότιο τμήμα της Κορεατικής χερσονήσου. Συνορεύει με τη… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»