Перевод: со всех языков на немецкий

с немецкого на все языки

ἐξίστω

См. также в других словарях:

  • εξιστώ — ἐξιστῶ, άω (AM) βλ. εξίσταμαι …   Dictionary of Greek

  • ἐξιστῶ — ἐξίστημι displace pres subj act 1st sg (attic epic doric) ἐξιστάω pres imperat mp 2nd sg ἐξιστάω pres subj act 1st sg (attic epic ionic) ἐξιστάω pres ind act 1st sg (attic epic ionic) ἐξιστάω pres subj act 1st sg (attic epic doric ionic) ἐξιστάω… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐξίστω — ἔξοιδα know thoroughly perf imperat act 3rd sg ἐξίστημι displace pres imperat mp 2nd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • εξίσταμαι — (AM ἐξίστημι, μέσ. εξίσταμαι και ἐξιστάνω και ἐξιστῶ, άω) [ίστημι] μσν. νεοελλ. μένω έκθαμβος, σαστίζω («ἀπορῶ καὶ ἐξίσταμαι») μσν. 1. μέσ. ταράζομαι, τρομάζω 2. (το θηλ. τής μτχ. παρακμ. ως επίθ.) ἐξεστηκυῑα έξαλλη, αλλόφρων αρχ. 1. μετακινώ από …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»