-
1 συν-δοιασμός
συν-δοιασμός, ὁ, = συνδυασμός (?).
-
2 ἐν-δοιασμός
ἐν-δοιασμός, ὁ, dasselbe, Ungewißheit, Eust.
-
3 ἐνδοιασμός
ἐν-δοιασμός, ὁ, das Zweifeln, Ungewißheit
1 συν-δοιασμός
συν-δοιασμός, ὁ, = συνδυασμός (?).
2 ἐν-δοιασμός
ἐν-δοιασμός, ὁ, dasselbe, Ungewißheit, Eust.
3 ἐνδοιασμός