-
1 εντριτωνιζω
шутл. ( по созвучию с τρία и Τριτογενής) растритонивать -
2 ἐντριτωνίζω
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἐντριτωνίζω
-
3 ἐντριτωνίζω
ἐν-τριτωνίζω, komisch gebildetes Wort, mit Anspielung auf τρία u. Τριτογένεια, die Mischung besorgen, wo drei Maß Wasser zu zwei Maß Wein genommen wurden, »die Drittelung besorgen«
См. также в других словарях:
εντριτωνίζω — ἐντριτωνίζω (Α) (σκωπτικώς) ανακατώνω τρία μέρη νερού και δύο κρασιού (λογοπαίγνιο με το όνομα Τριτογενής στον Αριστοφ. Ιππ., «ἡ Τριτογενὴς γὰρ αὐτὸν [τον οίνον] ἐνετριτώνισεν») … Dictionary of Greek