Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

ἐνευδαιμόνησαν

См. также в других словарях:

  • ἐνευδαιμόνησαν — ἐνευδαιμονέω to be happy in aor ind act 3rd pl (homeric ionic) ἐνευδαιμονέω to be happy in aor ind act 3rd pl (homeric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ενευδαιμονώ — ἐνευδαιμονῶ, έω (Α) ευδαιμονώ, είμαι ευτυχής με κάτι ή μέσα σε κάτι (α. «ταῑς βασιλείαις ἐνευδαιμόνησαν», Διόδ. Σικελ. θ. «οἷς ἐνευδαιμονῆσαί τε ὁ βίος ὁμοίως καὶ ἐντελευτῆσαι ξυνεμετρήθη», Θουκ.) …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»