-
1 εναποκαλύπτει
-
2 ἐναποκαλύπτει
См. также в других словарях:
ἐναποκαλύπτει — ἐν ἀποκαλύπτω uncover pres ind mp 2nd sg ἐν ἀποκαλύπτω uncover pres ind act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
1 εναποκαλύπτει
2 ἐναποκαλύπτει
ἐναποκαλύπτει — ἐν ἀποκαλύπτω uncover pres ind mp 2nd sg ἐν ἀποκαλύπτω uncover pres ind act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)