-
1 ἐναξονίζω
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἐναξονίζω
-
2 εναξονίζεται
-
3 ἐναξονίζεται
См. также в других словарях:
εναξονίζω — ἐναξονίζω (Α) τοποθετώ σε άξονα … Dictionary of Greek
ἐναξονίζεται — ἐναξονίζω fit with an axle pres ind mp 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)