Перевод: с греческого на русский

с русского на греческий

ἐναντίωμα

См. также в других словарях:

  • εναντίωμα — ἐναντίωμα, το (Α) 1. αυτό που εναντιώνεται σε κάτι, αντίθεση, κώλυμα, εμπόδιο, φραγμός 2. το ασυμβίβαστο, αδυναμία συμβιβασμού 3. πληθ. α) διαφορές, ασυμφωνίες β) αντίθετες ή συγκρουόμενες τάσεις …   Dictionary of Greek

  • ἐναντίωμα — anything opposite neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐναντιωμάτων — ἐναντίωμα anything opposite neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐναντιώμασι — ἐναντίωμα anything opposite neut dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐναντιώμασιν — ἐναντίωμα anything opposite neut dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐναντιώματα — ἐναντίωμα anything opposite neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐναντιώματι — ἐναντίωμα anything opposite neut dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐναντιώματος — ἐναντίωμα anything opposite neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προσεναντίωμα — ώματος, τὸ, Α [ἐναντίωμα] εναντίωση …   Dictionary of Greek

  • ԸՆԴԴԻՄԱՑՈՒՄՆ — (ցման.) NBH 1 0769 Chronological Sequence: 8c գ. ԸՆԴԴԻՄԱՑՈՒՄՆ որ եւ ԱՌԸՆԴԴԻՄԱՑՈՒՄՆ. ἑναντίωμα, προσεναντίωμα resisitentia, adversus casus Ընդդիմութիւն. ընդդիմակ իրք, կամ հակառակ դէպք. ... *Ոչ ընդդիմացումն ինչ խորհրդոյն. Գերմ.: *Զիա՞րդ էր… …   հայերեն բառարան (Armenian dictionary)

  • ԸՆԴԴԻՄՈՒԹԻՒՆ — ( ) NBH 1 0769 Chronological Sequence: 6c, 8c, 10c գ. ἑναντίοτης, ἑναντίωμα repugnantia, adversitas Ընդդէմ գոլն. եւ ընդդէմ կալն. դիմամարտութիւն. հակառակութիւն. *Բարիքն եւ գեղեցիկքն, չարքն եւ զազիրքն, եւ ամենայն ինչ՝ որ միանգամ ընդդիմութեան է. Փիլ …   հայերեն բառարան (Armenian dictionary)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»