-
1 ελεγκτικών
ἐλεγκτικόςfond of cross-questioning: fem gen plἐλεγκτικόςfond of cross-questioning: masc /neut gen pl -
2 ἐλεγκτικῶν
ἐλεγκτικόςfond of cross-questioning: fem gen plἐλεγκτικόςfond of cross-questioning: masc /neut gen pl
См. также в других словарях:
ἐλεγκτικῶν — ἐλεγκτικός fond of cross questioning fem gen pl ἐλεγκτικός fond of cross questioning masc/neut gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
προσεγκεφαλοποίηση — η, Ν ζωολ. 1. προοδευτική μετακίνηση τών ελεγκτικών κέντρων προς τον προσεγκέφαλο 2. η αυξανόμενη πολυπλοκότητα τού εγκεφαλικού φλοιού κατά τη διάρκεια τής εξέλιξης τών σπονδυλοζώων … Dictionary of Greek