Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

ἐλεγκτικῶν

См. также в других словарях:

  • ἐλεγκτικῶν — ἐλεγκτικός fond of cross questioning fem gen pl ἐλεγκτικός fond of cross questioning masc/neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προσεγκεφαλοποίηση — η, Ν ζωολ. 1. προοδευτική μετακίνηση τών ελεγκτικών κέντρων προς τον προσεγκέφαλο 2. η αυξανόμενη πολυπλοκότητα τού εγκεφαλικού φλοιού κατά τη διάρκεια τής εξέλιξης τών σπονδυλοζώων …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»