-
1 φλαυρίζω
φλαυρίζω, att. statt φαυλίζω, τινά, Plut. Pomp. 38 adv. Col. 20.
-
2 φλαυριζω
-
3 φλαυρίζω
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > φλαυρίζω
-
4 ἀπο-φλαυρίζω
ἀπο-φλαυρίζω, = ἀποφαυλίζω, Pind. P. 3, 12; ἀποφλαυρίξαι Her. 1, 86.
-
5 ἐκ-φλαυρίζω
ἐκ-φλαυρίζω, = ἐκφαυλίζω, Plut. Pomp. 57 Sert. 26.
-
6 φλαυρίζει
φλαυρίζωpres ind mp 2nd sgφλαυρίζωpres ind act 3rd sg -
7 φλαυρίσαι
φλαυρίζωaor inf actφλαυρίσαῑ, φλαυρίζωaor opt act 3rd sg -
8 φλαυρίζεις
φλαυρίζωpres ind act 2nd sg -
9 φλαυρίζοντες
φλαυρίζωpres part act masc nom /voc pl -
10 φλαυρίζων
φλαυρίζωpres part act masc nom sg -
11 αποφλαυριζω
-
12 εκφλαυριζω
См. также в других словарях:
φλαυρίζω — Α [φλαῦρος] φαυλίζω* … Dictionary of Greek
φλαυρίζει — φλαυρίζω pres ind mp 2nd sg φλαυρίζω pres ind act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
φλαυρίσαι — φλαυρίζω aor inf act φλαυρίσαῑ , φλαυρίζω aor opt act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
φλαυρίζεις — φλαυρίζω pres ind act 2nd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
φλαυρίζοντες — φλαυρίζω pres part act masc nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
φλαυρίζων — φλαυρίζω pres part act masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
αποφλαυρίζω — ἀποφλαυρίζω (Α) [φλαυρίζω] περιφρονώ, εξευτελίζω … Dictionary of Greek