-
1 εκυλίετο
-
2 ἐκυλίετο
См. также в других словарях:
ἐκυλίετο — ἐκυλί̱ετο , κυλίω roll imperf ind mp 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
1 εκυλίετο
2 ἐκυλίετο
ἐκυλίετο — ἐκυλί̱ετο , κυλίω roll imperf ind mp 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)