Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

ἐκμισθώσῃς

См. также в других словарях:

  • ἐκμισθώσῃς — ἐκμισθόω let out for hire aor subj act 2nd sg ἐκμισθόω let out for hire aor subj act 2nd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Παγκόσμιοι πόλεμοι — Οι δύο πόλεμοι, ο A» Παγκόσμιος πόλεμος (1914 18) και ο B» Παγκόσμιος πόλεμος (1939 45), στους οποίους συμμετείχαν οι κυριότερες δυνάμεις του κόσμου. Α’ Παγκοσμιος πόλεμος. Ποτέ, στην υπερχιλιετή ιστορία της, η Ευρώπη δεν έφτασε σε τόσο υψηλό… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»