-
1 εκμισθώσης
ἐκμισθόωlet out for hire: aor subj act 2nd sgἐκμισθόωlet out for hire: aor subj act 2nd sg -
2 ἐκμισθώσῃς
ἐκμισθόωlet out for hire: aor subj act 2nd sgἐκμισθόωlet out for hire: aor subj act 2nd sg
См. также в других словарях:
ἐκμισθώσῃς — ἐκμισθόω let out for hire aor subj act 2nd sg ἐκμισθόω let out for hire aor subj act 2nd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Παγκόσμιοι πόλεμοι — Οι δύο πόλεμοι, ο A» Παγκόσμιος πόλεμος (1914 18) και ο B» Παγκόσμιος πόλεμος (1939 45), στους οποίους συμμετείχαν οι κυριότερες δυνάμεις του κόσμου. Α’ Παγκοσμιος πόλεμος. Ποτέ, στην υπερχιλιετή ιστορία της, η Ευρώπη δεν έφτασε σε τόσο υψηλό… … Dictionary of Greek