-
1 there
εκεί -
2 ora
εκεί, εκείνο το μέρος -
3 там
επίρ.1. εκεί, σε κείνο το μέρος•я там долго жил εκεί έζησα πολύν καιρό•
кто -? ποιος είν εκεί;•
там я провл свою молодость εκεί πέρασα τα νεανικά μου χρόν ια• -• наверху εκεί επάνω•
там внизу εκεί κάτω•
там же στο ίδιο μέρος.
2. μετά, έπειτα, ύστερα•там видно будет μετά θα δούμε•
там посмотрим, что делать μετά θα δούμε τι θα κάνομε.
3. επιτακ. μόριο• τι λες (εκεί)• (περιφρ.) κάτι τιποτένιο, αμφίβολο, αόριστο.εκφρ.там и тут; там и сям; —сям; тут и там – εκεί κι εδώ• εδώ και κει•то тут, то -; то, то тут; то, то сям – ποτ εδώ, ποτ εκεί• πότ εκεί, πότ εδώ•что там – κ. чего там τίποτε δεν είναι εκεί (μη φοβάσαι, μη ντρέπεσαι, μη συστέλλεσαι). -
4 туда
επίρ.εκεί• προς τα εκεί, προς εκείνο το μέρος, κατά κει•ступайте туда πηγαίνετε εκεί•
не ходите туда μη πηγαίνετε εκεί•
туда и обратно ή туда и назад αλέ-ρετούρ, πάνε κι έλα•
туда -сюда α) πέρα-δώθε. β) ως κατηγ. πηγαίνω, τρέχω παντού, γ) κι έτσι κι αλλιώς•
(и) туда и сюда α) κι εκεί κι εδώ. β) κι έτσι κι αλλιώς, διαφοροτρόπως•
то туда, то сюда ποτ εκεί, πότ εδώ• μια εκεί, μια εδώ•
ни туда ни сюда ούτε προς τα κει, ούτε προς τα δω, ούτε μπροστά, ούτε πίσω.
-
5 туда
туда εκεί* \туда и обратно με επιστροφή* \туда и сюда εδώ κι εκεί; не \туда όχι εκεί* * *туда́ и обра́тно — με επιστροφή
туда́ и сюда́ — εδώ κι εκεί
не туда́ — όχι εκεί
-
6 World
subs.The inhabited globe: P. ἡ οἰκουμένη.All men: P. and V. πάντες.The whole Greek world: P. τὸ Ἑλληνικόν.The Universe: P. κόσμος, ὁ.In this world and the next: V. κἀκεῖ κἀνθάδε, P. καὶ ἐνθάδε καὶ ἐν ᾍδου (Plat., Gorg. 525B).If in the next world, so also in this: P. εἴπερ ἐκεῖ κἀνθάδε (Plat., Rep. 451B).Gentle in this world he is gentle in the next: Ar, ὁ δʼ εὔκολος μὲν ἐνθάδʼ εὔκολος δʼ ἐκεῖ (Ar., Ran. 82).The under-world: P. and V. ᾍδης, ὁ.In the under-world: P. and V. κάτω, ἐκεῖ, ἐν ᾍδου, V. νέρθε(ν), ἔνερθε(ν).From the under-world: P. and V. κάτωθεν, V. ἔνερθε(ν), νέρθε(ν).To the under-world: P. and V. εἰς ᾍδου, ἐκεῖσε.Of the under-world, adj.: P. and V. χθόνιος (Plat. but rare P.), V. νέρτερος.Those in the under-world: P. and V. οἱ κάτω, οἱ κάτωθεν, οἱ ἐκεῖ, V. οἱ ἔνερθε, οἱ νέρτεροι, οἱ ἐνέρτεροι, οἱ κατὰ χθονός; see Dead.If after all those in the under-world have any perception of what happens in this: P. εἰ ἄρα τοῖς ἐκεῖ φρόνησίς ἐστι περὶ τῶν ἐνθάδε γιγνομένων (Isoc. 308B).Where in the world? P. and V. ποῦ γῆς;Nowhere in the world: P. γῆς οὐδαμοῦ (Plat., Rep. 592A).Not for the world: P. and V. οὐδαμῶς.Woodhouse English-Greek dictionary. A vocabulary of the Attic language > World
-
7 там
там1. нареч ἐκεΐ, ἐκεῖ κάτω:мы бу́-дем \там послезавтра ἐμείς θά είμαστε ἐκεί μεθαύριο· \там и сям ἐδῶ κι ἐκεΐ· \там же (при ссылках в книгах) στό ἰδιο μέρος·2. частица (с оттенком сомнения, пренебрежения):какие \там занятия! разг τί μαθήματα μοῦ λές!· ◊ что бы \там ни было ὅπως καί νά ἔχει τό πράγμα, ὁτιδήποτε κι ᾶν συνέβηκε· \там видно будет μετά βλέπουμε· какое \там! (ничего подобного) разг ποῦ τέτοιο πράγμα!· ну бери, чего́ \там! πάρε, μήν ντρέπεσαι! -
8 какой
αντων.1. (ερωτηματική) ποιος; τι;какой ваш любимый цвет? ποιο χρώμα σας αρέσει περισαότερο;•-го вы мнения о нём τι γνώμη έχετε γι αυτόν;•
-ая нужда мне знать τι ανάγκη έχω να ξέρω•
к -ому выводу пришли? Σε τι συμπέρασμα κατα/.ήζατε;•
-ая польза мне от этого? τι ωφέλεια έχω εγώ απ αυτό;
2. (περιφρονητικά) τι, τι είδους•какой он учёный τι επιστήμονας είναι αυτός.
3. (αναφορ.) ποιος, τι•не знаю -ую книгу вам дать δεν γνωρίζω ποιο βιβλίο να σας δώσω.
|| που, οποίος•таких гвоздей -их вам нужно, у меня нет τέτοια καρφιά, που εσείς θέλετε, δεν έχω.
4. ένας, κάποιος• οποιοσδήποτε. || (σε συνδυασμό με αρνητ. εκφράσεις: неизвестно: неведомо, не знаю κ.τ.τ.) για ποιόν, για τι•он поехал в афины неизвестно по -им делам αυτός πήγε στην Αθήνα, χωρίς να ξέρουμε για υποθέσεις (άγνωστο για τι).
5. επιφ. τι•какой умный человек! τι έξυπνος άνθρωπος!•
какой добрый! τι καλός!•
-ое несчастие! τι δυστυχία!
εκφρ.какой бы то ни был (было) – οποιοσδήποτε, καθένας, όποιος και να είναι•какой ни (на)есть – οποιοσδήποτε, όποιος να είναι, όποιος σας αρέσει•хоть какой ή какой хотите – οποιοδήποτε, όποιο θέλετε•из -их – παλ. από ποιο κοινωνικό στρώμα•ни в -ую – με κανένα τρόπο, σε καμιά περίπτωση•где какой – ο καθένας εκεί που πρέπει•когда какой – το κάθε τι στον καιρό του•кому «• – ανάλογα με τον άνθρωπο•какой тут – άστ αυτά, έλα (σώπα) τώρα•какой там – τι είν αυτά (εκεί) που λες•какой там наши? – τι ζητάν οι δικοί μας εκεί;•-им образом? – πως; με τι τρόπο; -
9 тамошний
яя-ееεπ.ευρισκόμενος εκεί•-же жители οι εκεί κάτοικοι•
-ая природа η εκεί φύση.
-
10 вы
вы (вас, вам, вами, о вас ) εσείς вы готовы? είστε έτοι μοι; вы там будете? θα είστε εκεί; это сделали мы, а не вы το κάναμε εμείς, όχι σεις* у вас есть (нет ) έχετε (δεν έχετε) для вас για σας' это вам? είναι για σας; это при надлежит вам αυτό σας ανή κει я рад вас видеть χαίρω που σας βλέπω он вами доволен είναι ευχαριστημένος μαζί σας; он нам расскажет о вас θα μας μιλήσει για σας* * *(вас, вам, вами, о вас)вы гото́вы? — είστε έτοιμοι
вы там бу́дете? — θα είστε εκεί
э́то сде́лали мы, а не вы — το κάναμε εμείς, όχι σεις
э́то вам? — είναι για σας
э́то принадлежи́т вам — αυτό σας ανήκει
он ва́ми доволе́н — είναι ευχαριστημένος μαζί σας
он нам расска́жет — о вас θα μας μιλήσει για σας
-
11 же
I же Ι частица 1) (усилительная) λοιπόν, επί τέλους я же знаю... μα εγώ το ξέρω когда же? πότε λοιπόν; 2) (означающая тождество ) επίσης тогда же τότε ακριβώς здесь же εδώ, στο ίδιο μέρος там же εκεί πάλι тот же о ίδιος II же II союз αλλά, και, όμως он уезжает, я же остаюсь αυτός φεύγει, εγώ όμως μένω* * *I частица1) ( усилительная) λοιπόν, επί τέλουςя же зна́ю... — μα εγώ το ξέρω
когда́ же? — πότε λοιπόν
2) ( означающая тождество) επίσηςтогда́ же — τότε ακριβώς
здесь же — εδώ, στο ίδιο μέρος
II союзтот же — ο ίδιος
αλλά, και, όμωςон уезжа́ет, я же остаю́сь — αυτός φεύγει, εγώ όμως μένω
-
12 как
как 1. (вопрос) πώς* как вы поживаете? πώς τα περνάτε; \как ваше имя?, \как вас зовут? πώς σας λένε; \как называется эта улица? πώς ονομάζεται αυτός ο δρόμος; \как пройти в (на)...? πώς, νά περάσω...; \как мне быть? τι να κάνω; 2. со юз όπως, σαν \как хотите όπως θέλετε \как в прошлый раз όπως την περασμένη φορά ◇ в то время \как ενώ, καθώς, εκεί που \как только μόλις с тех пор \как από τότε που \как бы то ни было όπως και να'ναι \как знать ποιος ξέρει \как будто σάμπως, σάματι(ς) \как раз ακριβώς, ίσα ίσα \как раз вовремя ακριβώς στην ώρα \как жаль! τι κρίμα! \как когда εξαρτάται,\как извест яо... όπως είναι γνωστό...* * *1.( вопрос) πώςкак вы пожива́ете? — πώς τα περνάτε
как ва́ше и́мя?, как вас зову́т? — πώς σας λένε
как называ́ется э́та у́лица? — πώς ονομάζεται αυτός.ο δρόμος
2. союзкак пройти́ в (на)...? — πώς νά περάσω...
όπως, σανкак хоти́те — όπως θέλετε
как в про́шлый раз — όπως την περασμένη φορά
••в то вре́мя как — ενώ, καθώς, εκεί που
как то́лько — μόλις
как бы то ни́ было — όπως και να' ναι
как бу́дто — σάμπως, σάματι(ς)
как раз — ακριβώς, ίσα ίσα
как раз во́время — ακριβώς στην ώρα
как когда́ — εξαρτάται
как изве́стно... — όπως είναι γνωστό
-
13 кое-где
-
14 она
она (н)её, (н)ей. (н)ею, о ней) αυτή· она там будет αυτή θα είναι εκεί· её не было дома δεν ήτανε σπίτι· мы уедем без неё θα φύγουμε χωρίς αυτή· я ей напишу θα της γράψω γράμμα* мы обратимся к ней θα απευθυνόμαστε σ' αυτή· я хочу её видеть θέλω να την βλέπω· перевод сделан ею αυτή έκανε τη μετάφραση* вы с ней незнакомы? την γνωρίζετε; я говорил о ней μιλούσα γι* αυτή* * *((н)её, (н)ей, (н)ею, о ней)она́ там бу́дет — αυτή θα είναι εκεί
её не́ было до́ма — δεν ήτανε σπίτι
мы уе́дем без неё — θα φύγουμε χωρίς αυτή
я ей напишу́ — θα της γράψω γράμμα
мы обрати́мся к ней — θα απευθυνόμαστε σ'αυτή
я хочу́ её ви́деть — θέλω να την βλέπω
перево́д сде́лан е́ю — αυτή έκανε τη μετάφραση
я говори́л о ней — μιλούσα γι'αυτή
-
15 они
они (н)их, (н)им, (н)ими, о них) αυτοί, αυτές, αυτά· они там ' будут ( αυτοί) θα είναι εκεί· это сделали мы. а не они το κάναμε εμείς και όχι εκείνοι· их не было дома έλειπαν, δεν ήτανε σπίτι* мы были у них ήμαστε σ' αυτούς* я им напишу θα τους γράψω γράμμα* пойдём к ним πάμε σ' αυτούς, πάμε να τους δούμε· перевод сделан ими τη μετάφραση την κάνανε αυτοί* пойдём с ними πάμε μαζί τους, πάμε μ' αυτούς; я узнал о них много интересного έμαθα πολλά ενδιαφέροντα γι' αυτούς* * *((н)их, (н)им, (н)ими, о них)αυτοί, αυτές, αυτάони́ там бу́дут — (αυτοί) θα είναι εκεί
э́то сде́лали мы, а не они́ — το κάναμε εμείς και όχι εκείνοι
их не́ было до́ма — έλειπαν, δεν ήτανε σπίτι
мы бы́ли у них — ήμαστε σ'αυτούς
я им напишу́ — θα τους γράψω γράμμα
пойдём к ним — πάμε σ'αυτούς, πάμε να τους δούμε
перево́д сде́лан и́ми — τη μετάφραση την κάνανε αυτοί
пойдём с ни́ми — πάμε μαζί τους, πάμε μ'αυτούς
я узна́л о них мно́го интере́сного — έμαθα πολλά ενδιαφέροντα γι'αυτούς
-
16 оттуда
-
17 пробыть
пробыть διαμένω· я пробыл там несколько часов ήμουνα εκεί μερικές ώρες* * *я про́был там не́сколько часо́в — ήμουνα εκεί μερικές ώρες
-
18 там
там εκεί· \там же στο ίδιο μέρος ◇ там видно будет μετά βλέπουμε* * *••там ви́дно бу́дет — μετά βλέπουμε
-
19 то
-
20 же
же Iсоюз I. (при противоположении) ἀλλα, δμως:я уезжаю, товарищ же остается ἐγώ ἀναχωρώ, ἀλλα ὁ σύντροφος μένει· если же вы не хотите ἐάν δμως ἐσείς δεν θέλετε·2. (в смысле «ведь») ἀφοῦ, μιά καί:почему вы не пришли, он же приглашал вас γιατί δέν ήρθατε, ἀφοῦ αὐτός σας είχε προσκαλέσει.же IIчастица1. (усилительная) ἐπί τέλους, κιόλας, λοιπόν:когда же вы приедете? πότε ἐπί τέλους θά ἐρθετε;-хорошо же ты ему ответил του ἀπάντησες δμως μιά χαρά· говорите же! μιλάτε λοιπόν!· сегодня же σήμερα· сеи́час же τώρα κιόλας, αὐτή τή στιγμή·2. (означает тождество):тот же ὁ ίδιος· такая же книга ἀκριβώς τό ίδιο βιβλίο· в тот же час τήν ίδια ὠρα· там же ἐκεϊ, στό ίδιο μέρος· здесь же ἐδώ, στό ίδιο μέρος· туда же προς τά ἐκεῖ πάλι· так же ἔτσι (ακριβώς)· тогда же τότε ἀκόμη.
См. также в других словарях:
ἐκεῖ — there indeclform (adverb) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
εκεί — επίρρ. τοπ., για τόπο μακρινό ή που έγινε γι αυτόν λόγος πριν 1. σ εκείνο το μέρος· α. σε στάση: Εκεί είναι το μαγαζί. β. σε κίνηση προς κάποιο τόπο: Πάμε εκεί. 2. για ακριβέστερο προσδιορισμό των παραπάνω σημασιών εκφέρεται μαζί με λέξεις… … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
εκεί — και κει (AM ἐκεῑ) επίρρ. 1. σ εκείνη τη θέση, σ εκείνο το μέρος 2. προς εκείνη την κατεύθυνση 3. χρον. τότε 4. (με άρθρο) αυτός που βρίσκεται ή γίνεται σ έναν τόπο (α. «εἰσῆλθε λαμπρός, πᾱσι τοῑς ἐκεῑ σέβας», Σοφ. β. «τράβηξε προς τα κει») 5. με… … Dictionary of Greek
ἔκει — κέω to lie down imperf ind act 3rd sg (attic epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Γαστὴρ οὐκ ἔκει ὦτα. — γαστὴρ οὐκ ἔκει ὦτα. См. У брюха нет уха … Большой толково-фразеологический словарь Михельсона (оригинальная орфография)
Ἔνθα πολλοῖ ἀλέκτορες, ἐκει ἡμέρα οὐ γίγνεται. — ἔνθα πολλοῖ ἀλέκτορες, ἐκει ἡμέρα οὐ γίγνεται. См. У семи нянек дитя без глаза … Большой толково-фразеологический словарь Михельсона (оригинальная орфография)
Ὅπου γὰρ ἡ λεοντῆ μὴ ἐιρικνεῖ ται, προσραπτέον ἐκεῖ τὴν ἀλωπεκῆν. — ὅπου γὰρ ἡ λεοντῆ μὴ ἐιρικνεῖ ται, προσραπτέον ἐκεῖ τὴν ἀλωπεκῆν. См. Где волчий рот, а где лисий хвост … Большой толково-фразеологический словарь Михельсона (оригинальная орфография)
Ἔνθα πολλοὶ πτύουσι, πυλὸς ἐκεῖ γίνεται… — См. По капельке море, по зернышку ворох … Большой толково-фразеологический словарь Михельсона (оригинальная орфография)
τοὐκεῖ — ἐκεῖ , ἐκεῖ there indeclform (adverb) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
τηνεί — ἐκεῖ there doric (indeclform adverb) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής Συντομευμένη ονομασία: ΗΠΑ (USA) Έκταση: 9.629.091 τ. χλμ Πληθυσμός: 278.058.881 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Ουάσινγκτον (6.068.996 κάτ. το 2002)Κράτος της Βόρειας Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τον… … Dictionary of Greek