Перевод: с греческого на русский

с русского на греческий

ἐκδημία

См. также в других словарях:

  • ἐκδημία — ἐκδημίᾱ , ἐκδημία going fem nom/voc/acc dual ἐκδημίᾱ , ἐκδημία going fem nom/voc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • εκδημία — ἐκδημία, η (AM) αναχώρηση από τη ζωή, θάνατος αρχ. 1. αναχώρηση από έναν τόπο 2. εξορία 3. πληθ. αἱ ἐκδημίαι δημόσιες αποστολές στο εξωτερικό …   Dictionary of Greek

  • ἐκδημίᾳ — ἐκδημίαι , ἐκδημία going fem nom/voc pl ἐκδημίᾱͅ , ἐκδημία going fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐκδημίας — ἐκδημίᾱς , ἐκδημία going fem acc pl ἐκδημίᾱς , ἐκδημία going fem gen sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐκδημίαι — ἐκδημία going fem nom/voc pl ἐκδημίᾱͅ , ἐκδημία going fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐκδημίαν — ἐκδημίᾱν , ἐκδημία going fem acc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐκδημίαις — ἐκδημία going fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐκδημίην — ἐκδημία going fem acc sg (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • εκδήμησις — ἐκδήμησις, η (Μ) εκδημία, θάνατος …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»