-
1 εκίρνα
ἐκίρνᾱ, κιρνάωmix: imperf ind act 3rd sg (doric aeolic)ἐκίρνᾱ, κιρνάωmix: imperf ind act 3rd sg -
2 ἐκίρνα
ἐκίρνᾱ, κιρνάωmix: imperf ind act 3rd sg (doric aeolic)ἐκίρνᾱ, κιρνάωmix: imperf ind act 3rd sg -
3 εκίρνας
ἐκίρνᾱς, κιρνάωmix: imperf ind act 2nd sg (doric aeolic)ἐκίρνᾱς, κιρνάωmix: imperf ind act 2nd sg -
4 ἐκίρνας
ἐκίρνᾱς, κιρνάωmix: imperf ind act 2nd sg (doric aeolic)ἐκίρνᾱς, κιρνάωmix: imperf ind act 2nd sg -
5 κιρνάω
κιρνάω, u. κίρνημι, poet. = κεράννυμι, nur praes. u. impf.; bes. Wein mit Wasser mischen; μελίφρονα οἶνον ἐκίρνα Od. 7, 182, vgl. 10, 356. 13, 53; κίρνη οἶνον, er mischte Wein, 14, 78. 16, 52; κιρνὰς οἶνον 16, 14; – auch κρητῆρα κίρναμεν μελέων, Pind. I. 5, 3, wie κόμπον ἀοιδᾷ 4, 27; pass., κιρναμένα ἐέρσα N. 3, 75; κιρνάντες τὴν πόλιν Ar. frg. 555; κιρνᾷ κρητῆρα οἴ. νου Her. 4, 66; κιρνάναι Ath. X, 126 e u. ibd. κιρνᾶσϑαι; Sp., wie μαλάττειν καὶ κιρνᾶν τὸ τῆς φύσεως σκληρόν Pol. 4, 21, 3; τὰ κιρνάμενα ἐξ – S. Emp. pyrrh. 3, 57; ἐκίρνη App. Hithrid. 111; μελίπηκτα κιρνᾶν Luc. as. 46. Nach Moeris ist der imperat. κίρνη attisch, κίρνα hellenistisch.
-
6 εκιρνάμην
κιρνάωmix: imperf ind mp 1st sgἐκιρνά̱μην, κιρνάωmix: imperf ind mp 1st sg (doric aeolic) -
7 ἐκιρνάμην
κιρνάωmix: imperf ind mp 1st sgἐκιρνά̱μην, κιρνάωmix: imperf ind mp 1st sg (doric aeolic) -
8 κιρνάω
κιρνάω and [suff] κῑονό-ημι, collat., esp. poet., forms of κεράννυμι, only [tense] pres. and [tense] impf.:—A mix wine with water, Hom. only in Od., μελίφρονα οἶνον ἐκίρνα ([tense] impf. of κιρνάω) 7.182, 10.356; κίρνη μελιηδέα οἶνον ([tense] impf. of κίρνημι) 14.78, 16.52; κιρνὰς αἴθοπα οἶνον (part.) 16.14; κιρνᾷ (v.l. κίρναται)κρητῆρα οἴνου Hdt.4.66
;κρατῆρα μελέων κίρναμεν Pi.I.6(5).3
; κόμπον κιρνάμεν to mix the cup of praise ib.5(4).25: inf.κιρνάναι Hp.Mul.2.113
; part.,κιρνάντες πόλιν Ar.Fr. 683
; [dialect] Aeol. κίρναις (ἐγ-) Alc.34 codd. (fort. κέρναις); κιρνῶντες Hdn.8.4.9
: [tense] impf.,ἐκίρνη φάρμακον App.Mith. 111
:—[voice] Med.,ἴσον ἴσῳ κίρνασθαι Ath.10.426b
;κιρνᾶται Id.11.476a
, A.D.Pron.74.7,κίρναται Com.Adesp.373
;χθὼν δὲ πᾶσα καὶ θάλασσα κίρναται τεὰν χάριν IG42(1).130.23
(Epid.); part.κιρνάμενος Pi.N.3.78
: [tense] impf. ἐκίρνατο (ἐν-) Com.Adesp.1203:—[voice] Pass.,ποτὶ μῶμον ἔπαινος κίρναται Pi.Fr. 181
;κρητῆρες κιρνέαται SIG57.11
(Miletus, v B.C.);ἡ φύσις καὶ τὰ κιρνάμενα ταύτῃ Phld.Ir.p.59
W.3 metaph., temper,μαλάττειν καὶ κιρνᾶν τὸ τῆς φύσεως αὔθαδες Plb.4.21.3
.4 τὸ χρύσιον κέρναν ([dialect] Aeol.) ὐδαρέστερον alloy it, IG12(2).1.13 (Mytil., iv B.C.):—cf. ἀνα-, ἐγ-, ἐπι-, συγ-κίρνημι. -
9 κιρνάω
κιρνάω, κίρνημι (parallel form of κεράννῦμι), part. κιρνάς, ipf. ἐκίρνᾶ: mix.A Homeric dictionary (Greek-English) (Ελληνικά-Αγγλικά ομηρικό λεξικό) > κιρνάω
-
10 κίρνημι
κιρνάω, κίρνημι (parallel form of κεράννῦμι), part. κιρνάς, ipf. ἐκίρνᾶ: mix.A Homeric dictionary (Greek-English) (Ελληνικά-Αγγλικά ομηρικό λεξικό) > κίρνημι
См. также в других словарях:
ἐκίρνα — ἐκίρνᾱ , κιρνάω mix imperf ind act 3rd sg (doric aeolic) ἐκίρνᾱ , κιρνάω mix imperf ind act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐκίρνας — ἐκίρνᾱς , κιρνάω mix imperf ind act 2nd sg (doric aeolic) ἐκίρνᾱς , κιρνάω mix imperf ind act 2nd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κιρνώ — κιρνῶ, άω και κίρνημι (AM) 1. αναμιγνύω κρασί με νερό («ἡ δὲ τρίτη κρητῆρι μελίφρονα οἶνον ἐκίρνα ἡδὺν ἐν ἀργυρέῳ», Ομ. Οδ.) 2. (μεσοπαθ.) κιρνῶμαι, άομαι ενώνομαι, ενοποιούμαι μσν. κερνώ αρχ. 1. μτφ. μετριάζω («βουλόμενοι δὲ μαλάττειν καὶ κιρνᾶν … Dictionary of Greek
ἐκιρνάμην — κιρνάω mix imperf ind mp 1st sg ἐκιρνά̱μην , κιρνάω mix imperf ind mp 1st sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)